Ο αριθμός των ξενοδοχείων που λειτουργούσαν στη χώρα το έτος 2009, κατά το έτος δηλαδή που μειώθηκε το τέλος παρεπιδημούντων σε 0,5% ανερχόταν σε 9.559. Το έτος 2023, ο αντίστοιχος αριθμός ανήλθε σε 10.047. Πρόκειται, δηλαδή, για μια αύξηση της τάξεως του μόλις 5% σε 14 χρόνια!
Η βραχυχρόνια μίσθωση που ξεκίνησε τη δραστηριότητά της το 2014, έφθασε το έτος 2023 να αριθμεί 212.000 καταλύματα και 939.000 κλίνες, δηλαδή 60.000 κλίνες πάνω από τις ξενοδοχειακές.
Σημειώνεται πως, όπως αποδεικνύεται από σχετικές μελέτες, η διαμονή σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης προκαλεί μεγαλύτερη περιβαλλοντική επίπτωση σε σχέση με τη διαμονή σε μακροχρόνια μίσθωση, λόγω της διαφορετικής συμπεριφοράς που επιδεικνύει ένας ένοικος μιας βραχυχρόνιας μίσθωσης, σε σχέση με έναν ένοικο μιας μακροχρόνιας.
Ειδικότερα, προκαλεί μεγαλύτερη επιβάρυνση στη διαχείριση απορριμμάτων, επιβαρύνει τα δίκτυα μεταφοράς ενώ χαρακτηρίζεται και από μη συνετή οικιακή ενεργειακή κατανάλωση.
Είναι λοιπόν προφανές πως, η οποία πρόσθετη επιβάρυνση προκλήθηκε στις δημόσιες υποδομές κατά τα έτη 2009 – 2023 δεν οφείλεται στα νόμιμα ξενοδοχειακά καταλύματα, αλλά στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, τα οποία μάλιστα μέχρι τα τέλη του 2023 δεν είχαν υποχρέωση καταβολής τέλους παρεπιδημούντων, υποχρέωση η οποία προβλέφθηκε με το άρθρο 28 του ν.5073/2023.
Επομένως, το πρώτο που θα πρέπει να γίνει είναι να εξεταστούν στο τέλος του τρέχοντος έτους τα έσοδα του τέλους παρεπιδημούντων, που προήλθαν από τη βραχυχρόνια μίσθωση και να ελεγχθεί, αν αυτά αντιστοιχούν στα πραγματικά εισοδήματα της συγκεκριμένης δραστηριότητας.
Από τα ανωτέρω στοιχεία, θα προκύψει αν πράγματι τα σχετικά κονδύλια δεν επαρκούν και αν αυτό ισχύει, ποια τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν. Μέτρα που, είναι νομίζουμε προφανές, πως βάσει των παραπάνω στοιχείων, θα πρέπει να αφορούν μόνο τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης και σε καμία περίπτωση τα ξενοδοχεία.