Η άποψη αυτή προήλθε ύστερα από τα στοιχεία που εξετάστηκαν σχετικά με το ύψος χρησιμοποιώντας το DNA περισσότερων από 5 εκατομμύρια ανθρώπων από 281 μελέτες. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι η έρευνα συμπληρώνει ένα σημαντικό κενό στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι γενετικές διαφορές ευθύνονται για τις διαφορές στο ύψος, όπως γράφει το News4Health.gr.
«Το 80% των διαφορών ύψους μεταξύ των ανθρώπων καθορίζεται από γενετικούς παράγοντες. Οι 12.000 παραλλαγές που βρήκαμε εξηγούν το 40% των διαφορών αυτών, πράγμα που σημαίνει ότι άνοιξε μια πόρτα για την αξιοποίηση του DNA στην πρόβλεψη του ύψους με μεγαλύτερη ακρίβεια από ποτέ», ανέφερε ο Δρ Loic Yengo και συμπλήρωσε:
«Επί του παρόντος, η καλύτερη πρόβλεψη για το ύψος ενός παιδιού προκύπτει από το μέσο ύψος των δύο βιολογικών γονέων του, χρησιμοποιώντας ωστόσο αυτά τα γονιδιωματικά δεδομένα, οι παιδίατροι θα μπορούν να προχωρούν σε βεβαιότερες εκτιμήσεις. Αυτό θα καθησυχάσει τους γονείς σχετικά με το αν τα παιδιά μεγαλώνουν κατά πώς προβλέπεται από τα γονίδιά τους ή αν υπάρχουν ενδεχομένως ζητήματα που χρήζουν ιατρικής διερεύνησης ώστε να εντοπιστούν νωρίτερα».
«Με τη μελέτη του DNA περισσότερων από πέντε εκατομμυρίων ανθρώπων κατορθώσαμε κάτι που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν σε γενικές γραμμές αδύνατο. Οι γονιδιωματικές μελέτες αποτελούν επανάσταση και ίσως ακόμα το κλειδί για την επίλυση πλήθους παγκόσμιων προκλήσεων στον τομέα της υγείας, οι δυνατότητές τους είναι συναρπαστικές.
Αν μπορέσουμε να αποκτήσουμε σαφή εικόνα ενός χαρακτηριστικού όπως το ύψος σε γονιδιωματικό επίπεδο, τότε μπορεί να έχουμε στη διάθεσή μας το μοντέλο για να διαγνώσουμε και να θεραπεύσουμε με μεγαλύτερη επιτυχία καταστάσεις που επηρεάζονται από τα γονίδια, όπως οι καρδιακές παθήσεις ή η σχιζοφρένεια, για παράδειγμα.
Αν μπορέσουμε να αντιστοιχίσουμε συγκεκριμένα τμήματα του γονιδιώματος με ορισμένα χαρακτηριστικά, θα ανοίξει ο δρόμος για ευρέως διαδεδομένες στοχευμένες και εξατομικευμένες θεραπείες για όλους τους ανθρώπους», δήλωσε η Δρ. Ειρήνη Μαρούλη, ανώτερη λέκτορας Υπολογιστικής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου.
Η έρευνα αυτή ενδεχομένως να βοηθήσει τους γιατρούς να εντοπίσουν όσους δεν μπορούν να φτάσουν στο προβλεπόμενο ύψος τους, συμβάλλοντας κατ’ επέκταση στη διάγνωση εμπλεκόμενων κρυφών ασθενειών ή καταστάσεων που εμποδίζουν την ανάπτυξή τους ή επηρεάζουν την υγεία τους.
Ακόμη, τα ευρήματά της έρευνας θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και σε αστυνομικές έρευνες για την πρόβλεψη του ύψους από το δείγμα DNA ενός υπόπτου στον τόπο του εγκλήματος.
Τα μελλοντικά σχέδια, της ομάδας των επιστημόνων, είναι να προσδιορίσουν πιο αναλυτικά τους υπόλοιπους γενετικούς παράγοντες για το ύψος, όπου σύμφωνα με τον Δρ Yengo, θα είναι πιο δύσκολο να βρεθούν, καθώς καθένας από αυτούς έχει μικρότερη επίδραση και ίσως χρειαστούν τουλάχιστον 20 εκατ. δείγματα για να ολοκληρωθεί αυτό το έργο.
Πηγή: Nature