Φίλε Τάσο,
Δεν σου επιδαψιλεύω λόγους καλούς, ευγενικούς και επαινετικούς όπως συνηθίζεται σε περιπτώσεις μόνιμου μισεμού.
Τις περισσότερες φορές οι λόγοι αυτοί περιέχουν πιότερο συναισθηματισμό παρά αξιολογική κρίση. Και συ δεν έχεις ανάγκη από αυτά. Ένα μύθο μόνο θα σου θυμίσω για να τον ξαναφέρεις στο μυαλό σου, να τον ζήσεις σαν ταινία κινηματογραφική και να χαμογελάς καθώς άρχισε το ταξίδι της αιωνιότητάς σου.
Ένα μύθο που δεν είναι μύθος αλλά πραγματικότητα και που εσύ δεν τον ανάπλασες, δεν τον ανατύπωσες δεν τον ιστόρησες υποθέτω ούτε στον Κωστή. Και δεν τον είπες γιατί δεν ήθελες να φανεί σαν καύχημα, σαν περηφάνεια, σαν έπαρση.Το’χες αυτό το καλό «κουσούρι».
Εγώ όμως θα τον πω. Γιατί ιστορώντας τον μύθο ή μάλλον εξιστορώντας ένα πραγματικό πέρα για πέρα γεγονός, θεωρώ ότι δίνω τη δυνατότητα σε κάθε αναγνώστη του παρόντος να μάθει,να αποκομίσει απόψεις, ιδέες, γνώμες και γνώση και να καταλήξει σε συμπεράσματα για το ποιόν σου.
Βρισκόμαστε στα μέσα Σεπτέμβρη 1982 αν δεν με ξεγελά η αντοχή της μνήμης μου. Στην αίθουσα του δικαστηρίου μεταφέρεται ένας Γάλλος και μια Ελληνίδα, για να δικασθούν ο πρώτος για περιΰβριση και προσβολή Αρχής και για μια σειρά συναφών πλημμελημάτων όπως ίσχυαν με τον τότε ποινικό κώδικα, για τα οποία τον κατεμήνυσε η δεύτερη και η ίδια για εξύβριση και απειλή του πρώτου και δεν θυμάμαι και για ποια άλλα αδικήματα.
Η είσοδος των αλληλομηνυθέντων ήταν θορυβώδης. Η αρρυθμία και η οχλοβοή στην αίθουσα ανάλογη με αυτή που συμβαίνει σε κάθε περίπτωση κατά την οποία εμπλέκονται δυο και περισσότεροι αλληλομηνυόμενοι ειδικά όταν συνοδεύονται από κουστωδία μαρτύρων.
Τα πράγματα ηρέμησαν όταν εισήλθε στην αίθουσα ο Πρόεδρος του δικαστηρίου και οι πλημμελειοδίκες με τον Εισαγγελέα της έδρας και τον γραμματέα.
Προέδρευε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών Γεώργιος Ναυπλιώτης, εξαίρετος δικαστής, ο οποίος έφτασε αργότεραμέχρι τον Α.Π. Με το που ηρέμησε κάπως η όχλοβοή, ρώτησα τον Τάσο τι συμβαίνει. Μου απάντησε «κάτσε και θα δεις, έχουμε θέμα».
Ο Πρόεδρος κάλεσε τον Γάλλο κρατούμενο και του απηύθυνε την κατηγορία η οποία ήταν περίπου η εξής: «Κατηγορείσαι ότι σήμερα και ώρα τάδε, εξύβρισες τον Πρωθυπουργό της χώρας, την Ελληνική Δημοκρατία και τους θεσμούς με αυτές και αυτές τις φράσεις».
Η αλήθεια είναι ότι ο Γάλλος είχε εκστομίσει ένα οχετό ύβρεων, απειλών και φράσεων εναντίον του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Ελληνικού λαού, ο οποίος τον εξέλεξε.
Με τη χρήση διερμηνέα μεταφράστηκε το κατηγορητήριο στον Γάλλο, ο οποίος αρνήθηκε την κατηγορία και υποστήριξε ότι η μηνύτριά του, η άλλη κατηγορουμένη, δεν ξέρει καλά γαλλικά και γιαυτό παρανόησε όσα είπε. Εγώ είπε επαίνεσα τον Πρωθυπουργό δεν τον ύβρισα.
Ακολούθως αναγνώσθηκε το κατηγορητήριο εναντίον της γυναίκας σύμφωνα με το οποίο εξύβρισε και απείλησε τον Γάλλο πολίτη. Υπερασπιστής της κοπέλας και ταυτόχρονα παραστάτης πολιτικής αγωγής ήταν ο Τάσος, ενώ του Γάλλου ήταν ένας άλλος παλαιότερος συνάδελφος.
Η ιστορία της υποθέσεως ήταν η εξής: Στην Κέφαλο στην παραλία του Αγίου Στεφάνου, όπου βρίσκεται το ξενοδοχείο (τότε) «Μεντιτερανέ», ο Γάλλος εργαζόταν ως υπάλληλος και ρύθμιζε την κίνηση των πελατών στον υπαίθριο χώρο, τραπέζια, ξαπλώστρες, ομπρέλες κ.λ.π.
Ο άνθρωπος ήταν οπαδός του Λεπέν και θεώρησε σκόπιμο να μεταφέρει τις ακροδεξιές απόψεις του στην Κέφαλο και να επιτεθεί μ’ αυτές στον Ανδρέα Παπανδρέου. ΄Αρχισε λοιπόν να βρίζει δημοσίως τον Πρωθυπουργό με γαλλικά υπόκοσμου, ενώ έβριζε και έφτυνε ταυτόχρονα την Ελλάδα και τον λαό της, γιατί εξέλεξαν τέτοιον Πρωθυπουργό.
Η γυναίκα μόλις άκουσε αυτά τα λόγια, του ζήτησε να πάψει να βρίζει. Όμως αυτός φούντωσε περισσότερο και συνέχισε να είναι ακόμη πιο εριστικός.
Τότε πήγε στο μπαρ κάλεσε τηλεφωνικά το Α.Τ. Αντιμάχειας, εξήγησε τι συμβαίνει οπότε σε λίγα λεπτά κατέφθασε το περιπολικό και μετέφερε τον Γάλλο στο κρατητήριο, όπου διανυκτέρευσε το βράδυ και την επομένη προσήχθη να δικασθεί.
Παρούσα και η γυναίκα σαν μάρτυρας κατηγορίας και σαν κατηγορούμενη αφού ο Γάλλος την καταμήνυσε για τα παραπάνω (δήθεν) πλημμελήματα.
Όπως γίνεται αντιληπτό το γεγονός διέρρευσε αμέσως και η αίθουσα γέμισε από κόσμο. Και βεβαίως για τη μήνυση του Γάλλου κατά της ίδιας για τις (δήθεν) απειλές και βρισιές εναντίον του, το ενδιαφέρον ήταν μειωμένο.
Το μείζον ήταν ότι ένας «τρικολόρος» έβριζε, απειλούσε και δυσφημούσε τη Χώρα, τον Πρωθυπουργό και το λαό της. Ήταν πρόδηλο ότι σ’ αυτό το επίπεδο θα δινόταν η μάχη και αυτό είχε το ενδιαφέρον.
Με την έναρξη της διαδικασίας, υπέβαλαν ερωτήσεις όλες οι πλευρές, οπότε ήλθε και η σειρά του δικηγόρου της πλευράς του κατηγορουμένου. Ο συνάδελφος αφηνιασμένοςαντιπασόκος προσπαθούσε να πολιτικοποιήσει το θέμα και ν’ αποδείξει ότι η μηνύτρια είναι οργανωμένη οπαδός του Πασόκ, λόγος για τον οποίο και καταμήνυσε ψευδώς τον Γάλλο πελάτη του.
Η μάρτυρας απαξίωνε συστηματικά την τακτική του δικηγόρου και αρνιόταν ότι ήταν οπαδός του Πασόκ, οπότε σε στιγμή υπερεντάσεως ο υπερασπιστής αποκάλεσε τη μάρτυρα «πρασινοφρουρό» και «ύποπτη».
Ο Τάσος αρπάχθηκε, πετάχθηκε όρθιος και αξίωσε από τον Πρόεδρο να ανακαλέσει ο συνάδελφος και να μη γραφτεί στα πρακτικά η προσβολή.
Περιττό να εκθέσω το κομφούζιο που ακολούθησε, με τον δικηγόρο του Γάλλου να δηλώνει με θράσος, ότι «έχουμε πάρει πληροφορίες για την πολιτική σας τοποθέτηση κ.λ.π.». Ο Πρόεδρος αναγκάσθηκε να διακόψει τη συνεδρίαση για δεκαπέντε λεπτά.
Επανερχόμενη η έδρα, ζήτησε από τον δικηγόρο να ανακαλέσει τους χαρακτηρισμούς. Ανένδοτος εκείνος επέμενε ότι δεν εξύβρισε, απλά ανέφερε την πολιτική της τοποθέτηση.
Ο αείμνηστος Τάσος πήρε το λόγο εμφανώς ήρεμος τη φορά αυτή και είπε το εξής περίπου: « Κύριε Πρόεδρε, ζήτησα να ανακαλέσει ο συνάδελφος για λόγους δεοντολογίας και μη υποβαθμίσεως του επιπέδου της δικαιοσύνης. Αφού αρνείται είμαι υποχρεωμένος να σας δηλώσω ότι η μηνύτρια όχι απλά δεν είναι «πρασινοφρουρός» και ούτε ανήκει στο χώρο του ΠΑΣΟΚ, αλλά είναι στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας και επί πλέον είναι Γραμματέας της Τ.Ο. του τάδε Δήμου, η οποία Τ.Ο. έχει 1000 μέλη οργανωμένα. Ορίστε η κομματική ταυτότητά της, με υπογραφή του αρχηγού της Ν.Δ.». Όπως καταλαβαίνετε η έδρα και το ακροατήριο πάγωσαν. Ζήτησε ο Εισαγγελέας την ταυτότητα. Διεπίστωσε του λόγου το αληθές και ακολούθως ο Πρόεδρος απευθύνθηκε στον απέναντι συνάδελφο και τον ρώτησε ειρωνικά: Επιμένετε ότι η μηνύτρια είναι «πρασινοφρουρός;». Λάθος πληροφορίες κ. Πρόεδρε. Ανακαλώ.
Ακολούθως ο Πρόεδρος ρώτησε τη μηνύτρια πως είχε το ιστορικό της υποθέσεως, αυτή δε δήλωσε με παρρησία ότι ανήκει στη Ν.Δ. αλλά δεν ήθελε να προτάξει την κομματική της ιδιότητα, τονίζοντας:«Δεν έχει όμως καμιά σημασία. Εάν θίγεται ο Πρωθυπουργός της χώρας μου και η ίδια η Χώρα μου οφείλω στο μέτρο που μπορώ να προστατέψω και τη Χώρα και τους θεσμούς».
΄Ολοι πίστεψαν ότι η ένταση και είχε περάσει και δεν θα υπήρχε λόγος να επαναληφθεί.
Δεν είχαν παρέλθει δεκαπέντε-είκοσι λεπτά οπότε άρχισε πάλι να φουντώνει το τσουνάμι της αντιδικίας πάντα με υπαινιγμούς, υπονοούμενα και ειρωνείες της άλλης πλευράς προς τη μάρτυρα.
Τούτη τη φορά με τη γνώση της γαλλικής γλώσσας. –Ξέρετε γαλλικά κυρία μάρτυς; ρώτησε ο συνήγορος.
-Ξέρω.- Καλά; - Καλά. –Πόσο καλά;- Πολύ καλά. – Και αντιληφθήκατε όλα όσα έλεγε ένας Γάλλος ο οποίος ομιλεί άπταιστα τη γλώσσα του; - Ναι πολύ καλά αντιλήφθηκα. – Για πείτε μας γαλλικά αυτά που ακούσατε; - ΄Αρχισε η μάρτυς να μιλά γαλλικά και να ρέει η γλώσσα της σαν νερό.
– Βλέπω κάματε καλή πρόβα πριν έρθετε εδώ. Παπαγαλλίσατε το ποίημα και ήρθατε να μας το πείτε.
Μονολογώντας δε είπε τη μάρτυρα «αγράμματη» και ότι «μαϊμουδίζει».
΄Ορθιος και με νεύρα ο Τάσος ζητεί από τον συνάδελφο ν’ανακαλέσει τη νέα ύβρη.
Αγύριστο κεφάλι ο άλλος συνέχιζε να προκαλεί «χοχλακίζοντας» διάφορα «εν πολλοίς» ακατανόητα, περί τη γαλλική γλώσσα.
Η διαδικασία διεκόπη ξανά, επανήλθε το δικαστήριο μετά από είκοσι λεπτά. Ο Πρόεδρος έκαμε συστάσεις, απαιτώντας και πάλι από τον δικηγόρο να ανακαλέσει.
Τσιμεντένιος τοίχος ο άλλος αρνιόταν να το πράξει. ΄Ηρεμος πάλι ο Τάσος απευθύνθηκε προς αυτόν ρωτώντας τον: - Δεν ανακαλείτε κ. συνάδελφε; -Όχι απάντησε εκείνος.- Κακό του κεφαλιού σας, ανταπάντησε ο Τάσος. Ακολούθως δε απευθυνόμενος στο Δικαστήριο:
- Κύριε Πρόεδρε, η μάρτυρας είναι πτυχιούχος της γαλλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, με μεταπτυχιακό στη Γαλλία και διορισμένη καθηγήτρια σε Δημόσιο Λύκειο.
Ορίστε η ταυτότητά της, ορίστε ο διορισμός της ως εκπαιδευτικού, ορίστε οι τίτλοι σπουδών της.
Νεκρική σιγή και πάλιν στην αίθουσα. Ο Πρόεδρος κοίταξε με κάποια οργή τον άλλο δικηγόρο και συνέχισε τη διαδικασία.
Για την ιστορία η μηνύτρια αθωώθηκε από κάθε κατηγορία και ο Γάλλος καταδικάστηκε με πολύ βαριά ποινή με αναστολή, αλλά διατάχθηκε η απέλασή του από τη χώρα. Τότε δεν ήταν ακόμη ενωμένη η Ευρώπη. Ο Τάσος μετά το πέρας της δίκης αρνήθηκε να πάρει αμοιβή. Τον ρώτησα γιατί και μου είπε: « Η κοπέλα υπερασπίσθηκε με σθένος την Πατρίδα της και τον εκλεγμένο Πρωθυπουργό. Δεν οφείλω να εισφέρω και γω σ’ αυτό;Έχω χρέος, λεφτά δεν θέλω».
Η ιστόρηση του άνω πραγματικού περιστατικού, έκρινα πως είναι η πηγή από την οποία απορρέουν όλες οι ιδιότητες, οι αρετές, οι συμπεριφορές και οι πράξεις, οι οποίες σημειολογούν και χαρακτηρίζουν τον άνδρα.
-΄Εντιμος και ειλικρινής, ιδεολόγος και ρομαντικός.
-Μοναχικός καβαλάρης, περιφρονούσε τους περιφρονητές του νόμου, της κοινωνίας και της αναλήθειας.
-Τοποθετημένος πολιτικά στη συντηρητική παράταξη έλεγε ότι «εγώ ανήκω πάντα στην αντιπολίτευση». Εξέφραζε ελεύθερα και άφοβα τη γνώμη του προς πάσα κατεύθυνση χωρίς να διακρίνει την πολιτική προέλευση και καταγωγή ουδενός, ενώ επέκρινε σφοδρότατα τους εκπροσώπους της δικής του παράταξης.
-Υπηρέτης της δικαιοσύνης, ασκούσε τη δικηγορία όχι ως επάγγελμα, αλλά ως θεσμικός υπερασπιστής του δικαίου. Παροιμιώδεις και οξύτατες ήσαν οι αντιδράσεις του οσάκις προσβάλλονταν οι θεσμοί και υποβιβαζόταν το επίπεδο της δικηγορίας.
-΄Ηταν ο μόνος που υποστήριζε πάντα σε κάθε δικηγορική σύναξη ότι «είμαι άμισθος λειτουργός της δικαιοσύνης», γιατί αυτή είναι η πραγματική ιδιότητα του δικηγόρου.
-Δεν κατέβηκε ποτέ από το υψηλό επίπεδο άσκησης της δικηγορίας και είχε έρθει σε ρήξη πολλάκις με όσους ασκούσαν μέσω της δικηγορίας ευτελείς και ταπεινές δολοπλοκίες.
Κάποτε ένας αντίδικός του ξέχασε την ημερομηνία της δίκης και δεν προσήλθε στην ώρα του. Ο Πρόεδρος τον ρώτησε αν θα προχωρήσει στη συζήτηση ερήμην του αντιδίκου. Ο Τάσος απάντησε ότι αρνούμαι να δικάσω ερήμην τον αντίδικό μου επειδή ο δικηγόρος του από λάθος ή από άλλον λόγο δεν προσήλθε. Ζήτησε αναβολή και ειδοποίησε τον αντίδικο ο ίδιος.
-Δεν υπήρξε ποτέ φιλοχρήματος. Υπήρξαν πολλές υποθέσεις οι οποίες μπορούσαν να του αποδώσουν νόμιμα πολύ περισσότερα χρήματα από όσα ελάμβανε. Δεν το εκμεταλλεύθηκε.
-Αν κάποιος προσέβαλε την έννομη ή τη δικαστική τάξη οργιζόταν πέραν του δέοντος. Γιατί είχε υπερευαισθησία στην ευνομία και στην ισοδικία.
΄Ολες οι αρετές του περιέχονται στη δίκη που προϊστόρησα. Γιαυτό και απέφυγα να εκφράσω αποχαιρετιστήριο λόγο. ΄Ηθελα στο αφήγημα αυτό να’ναι ο ίδιος πρωταγωνιστής, όπως ήταν καθ’ όλη τη διάρκεια της δικηγορικής του πορείας. Του πιστώνω πλείστα, του χρεώνω απειροελάχιστα.
Αγαπητέ και αλησμόνητε φίλε. Ξέρω πως όχι από σήμερα αλλά από τότε που εγκατέλειψες τη δικηγορία μας έκαμες πιο φτωχούς. Παρηγοριά μας η άξια διαδοχή σου.
Πορεύσου εν ειρήνη αξέχαστε Τάσο.
Κως 26/5/2021
Ι.Β.ΚΑΣΙΩΤΗΣ