Στο Θυμιανό της Κεφάλου, κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Κω, υπήρχαν Γερμανικές εγκαταστάσεις ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας συμμαχικών αεροπλάνων, οι οποίες αποτελούνταν από τέσσερις συστοιχίες ηλεκτρικών αεροπορικών φάρων, έναν οικίσκο με γεννήτριες ηλεκτρικού ρεύματος και το φυλάκιο της Γερμανικής φρουράς, που περικλείονταν από διπλά συρματοπλέγματα. Τις σημαντικές αυτές εγκαταστάσεις η διοίκηση του Ιερού μας Λόχου αποφάσισε να καταστρέψει με εκτέλεση νυχτερινής καταδρομής. Προηγήθηκε λεπτομερής αναγνώριση των εγκαταστάσεων αυτών από τον Κώο Ιερολοχίτη Διαμαντή Γιαννιό, βοηθούμενο ουσιαστικά από τον βοσκό Παντελή Πίκο, που έδωσε ακριβείς πληροφορίες για τον αριθμό και τις κινήσεις των Γερμανών εκεί.
Σε ερημική τοποθεσία της Κεφάλου αποβιβάστηκε μια ομάδα κρούσης Ιερολοχιτών, με επικεφαλής τον Υπολ/γό Ανδρέα Έρσελμαν, φορτωμένη με οπλοπολυβόλα και υλικά ανατίναξης. Το βράδυ της 7ης Σεπτεμβρίου του 1944 οι Ιερολοχίτες αναρριχήθηκαν μέχρι τις εγκαταστάσεις και αφού έκοψαν τα συρματοπλέγματα, όρμησαν ρίχνοντας χειροβομβίδες και πυροβολώντας με τα αυτόματα. Οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν. Ένας Ιταλός στρατιώτης δεν πρόλαβε να αρπάξει το πιστόλι του και μια ροπή τον έριξε κάτω νεκρό. Γρήγορα οι Ιερολοχίτες αιχμαλώτισαν τους Γερμανούς, που αποτελούσαν τη φρουρά της εγκατάστασης και η ομάδα ανατίναξης άρχισε το έργο της. Σε λίγο μεγάλες φλόγες και καπνοί έζωναν τις εχθρικές εγκαταστάσεις και ανατίναζαν τους αεροπορικούς φάρους. Έτσι η νυχτερινή επιδρομή στο Θυμιανό της Κεφάλου στέφθηκε από επιτυχία, χωρίς να τραυματιστεί ούτε ένας από τους Έλληνες Ιερολοχίτες. Τους αιχμαλωτισθέντες Γερμανούς στρατιώτες οι Ιερολοχίτες δεν τους πήραν μαζί τους. Αντίθετα τους άφησαν ακινητοποιημένους στο Θυμιανό, δείχνοντας συνάμα και υψηλά αισθήματα ανθρωπισμού, αφού, φεύγοντας και πάλι από το ίδιο σημείο όπου είχαν αναρριχηθεί, τους περιέθαλψαν επουλώνοντας τα τραύματά τους με γάζες και υγειονομικό υλικό, το οποίο είχαν φέρει μαζί τους.
Τον Πίκο όμως συνέλαβαν αμέσως οι Γερμανοί και τον ανέκριναν μετά από καταγγελία ενός τραυματία Αυστριακού φρουρού, ότι τα τελευταία βράδια πριν από την επίθεση επισκεπτόταν το φυλάκιο του Θυμιανού, έμενε αρκετή ώρα και άκουγε ραδιόφωνο μαζί με τους φρουρούς, ενώ τη βραδιά της επίθεσης η επίσκεψή του ήταν σύντομη κι έγινε πολύ νωρίς. Ο Πίκος φυσικά επέμενε ότι δεν γνώριζε τίποτα για το εγχείρημα και οι Γερμανοί, αφού τον ξυλοκόπησαν, τον άφησαν τελικά ελεύθερο. Την ίδια τύχη είχαν και δεκατέσσερις περίπου νεαροί Κεφαλιανοί, που συνελήφθηκαν ως όμηροι και κρατήθηκαν αρκετές μέρες στην Αντιμάχεια. Σίγουρα θα εκτελούνταν αν ο Αυστριακός φρουρός δεν διευκρίνιζε πως η επίθεση έγινε από «καλά οπλισμένους και με κοντά παντελόνια στρατιώτες».[Οι Άγγλοι στρατιώτες στις επιχειρήσεις τους συνήθιζαν να φορούν κοντά παντελόνια. Τη συνήθειά τους αυτή διατήρησαν και οι Έλληνες Ιερολοχίτες. Γιαυτό και ο Αυστριακός φρουρός μίλησε για στρατιώτες με κοντά παντελόνια].
Γράφει ο κ. Βασίλης Χατζηβασιλείου, Δικηγόρος-Ιστορικός συγγραφέας.