Θα αντέξουν τα συστήματα υδροδότησης των νησιών στα αλλεπάλληλα κύματα των τουριστών και των επισκεπτών, που προστίθενται μαζικά στο πάνω από μισό εκατομμύριο μόνιμους κατοίκους του Αιγαίου; Και μπορεί αυτό το ερώτημα να τείνει να απαντηθεί θετικά φέτος, λόγω και των ευνοϊκών μετεωρολογικών συνθηκών χειμώνα και άνοιξης, αλλά όταν η παρατεταμένη ξηρασία στεγνώνει τη Δυτική και την Κεντρική Ευρώπη τίποτα δεν μπορεί να δημιουργεί εφησυχασμό.
Πολύ περισσότερο όταν οι εκτιμήσεις για το κοντινό μέλλον δείχνουν πως θα υπάρξουν αυξημένες υδρευτικές ανάγκες. Το 2030 η ετήσια ζήτηση για πόσιμο νερό αναμένεται να αυξηθεί άνω του 32% σε σύγκριση με το 2021 στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (Κυκλάδες και Δωδεκάνησα) και σχεδόν 16% στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου. Το Εθνικό Επιχειρησιακό Σχέδιο για το Πόσιμο Νερό, που διαμορφώθηκε από τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Υγείας, Εσωτερικών, καθώς και τη ΜΟΔ Α.Ε., προβλέπει αύξηση του μόνιμου πληθυσμού και στις δύο περιφέρειες μέχρι το 2030 (από 347.512 το 2021 σε 386.647 στο Νότιο Αιγαίο και από 229.516 σε 260.724 στο Βόρειο), αλλά και μεγάλη άνοδο του ημερήσιου πληθυσμού στην αιχμή της τουριστικής περιόδου: Αύξηση 37% στο Νότιο Αιγαίο, με 742.866 άτομα σύνολο, και 15% στο Βόρειο Αιγαίο, με 353.043 άτομα.
Οι βροχοπτώσεις
Η κάλυψη των αυξημένων μελλοντικών αναγκών είναι αναμφίβολα ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, πολύ περισσότερο που κλιματικά μοντέλα προβλέπουν μείωση κατά 20% των βροχοπτώσεων τις επόμενες δεκαετίες στο αρχιπέλαγος.
«Δεν αρκεί να δούμε το σύνολο των βροχοπτώσεων σε επίπεδο χώρας. Είναι ανάγκη να δούμε τη χωρική και χρονική διαφοροποίηση των υδατικών αναγκών. Για παράδειγμα, έχουμε επάρκεια υδάτων στη Δυτική Ελλάδα, αλλά πολύ μικρότερες ποσότητες στις Κυκλάδες, ειδικά το καλοκαίρι, που ο πληθυσμός τους αυξάνεται πολύ λόγω τουρισμού. Ταυτόχρονα, από Μάιο μέχρι και Σεπτέμβριο δεν βρέχει σχεδόν καθόλου εκεί. Επίσης, δεν είναι μόνο το πόσιμο νερό αλλά και το γεωργικό, που είναι το 70% της κατανάλωσης», λέει στην «Κ» ο κ. Σίμος Μαλαμής, αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Πώς διαμορφώνεται σήμερα η κατάσταση; «Φέτος και παρά τη μεγάλη αύξηση της ζήτησης, λόγω του μεγάλου τουριστικού κύματος, δεν παρουσιάστηκαν ιδιαίτερα προβλήματα στην κάλυψη της ύδρευσης σχεδόν στο σύνολο των Κυκλάδων», λέει στην «Κ» ο αντιπεριφερειάρχης Κυκλάδων, Γιώργος Λεονταρίτης. «Βεβαίως υπάρχει η πρόκληση αντιμετώπισης της άρδευσης, του ποτίσματος των χωραφιών. Ο πρωτογενής τομέας δυσκολεύεται», συμπληρώνει.
Οι αυξανόμενες ανάγκες των Κυκλάδων καλύπτονται σήμερα κυρίως από μονάδες αφαλάτωσης, κάνοντας παρελθόν τη μεταφορά νερού με πλοία-υδροφόρες, μέσω πανάκριβων συμβάσεων με ιδιωτικές εταιρείες. Μόνο σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης γίνεται χρήση των υδροφόρων. Το 51% του πληθυσμού στις Κυκλάδες πίνει νερό αφαλάτωσης, δευτερευόντως από υπόγεια υδατικά συστήματα και ένα μικρό μέρος από επιφανειακές πηγές (όλα τα στοιχεία προέρχονται από το Εθνικό Επιχειρησιακό Σχέδιο για το Πόσιμο Νερό). Στις Κυκλάδες λειτουργούν 39 μονάδες αφαλάτωσης, μεγάλες ή μικρές, ενώ ακόμα 17 παράγουν πόσιμο νερό στα Δωδεκάνησα. Εξι μονάδες αφαλάτωσης λειτουργούν στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, καθώς και ένα διυλιστήριο στη Μυτιλήνη.
«Το νερό που παράγεται από τις αφαλατώσεις έχει πολύ καλή ποιότητα», λέει ο αντιπεριφερειάρχης Κυκλάδων. «Το πρόβλημα είναι πως οι μονάδες αυτές είναι ιδιαίτερα ενεργοβόρες και άρα κοστοβόρες, με αποτέλεσμα το νερό να είναι αρκετά ακριβότερο από την υπόλοιπη Ελλάδα και να ανεβαίνει το κόστος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το νερό δεν μπορεί να κοστίζει μια περιουσία», τονίζει ο κ. Λεονταρίτης.
Υψηλή πίεση λόγω αυξημένης ζήτησης δέχονται ορισμένοι επιφανειακοί ταμιευτήρες, σημειώνεται στο Εθνικό Σχέδιο, όπως στις τεχνητές λίμνες Μαραθιάς στη Μύκονο, Φανερωμένης στη Νάξο και Λειβαδιού στην Αστυπάλαια, ενώ μέτρια θεωρείται η πίεση στις λίμνες της Ανω Μεράς στη Μύκονο και της Απολακκιάς στη Ρόδο.
Σημαντικό πρόβλημα είναι η υπεράντληση των υπόγειων συγκεντρώσεων σε αρκετά σημεία, παρότι γενικά υπάρχει η εκτίμηση πως τα υπόγεια υδατικά συστήματα είναι σε καλή ποιοτική κατάσταση. Οι υπεραντλήσεις οδηγούν συχνά σε υφαλμύρινση, ενώ σε παραλιακές ζώνες σημειώνεται εισχώρηση θαλάσσιων υδάτων στον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα. Φαινόμενα υπεράντλησης καταγράφονται στη Σύρο, στα Κατάπολα, στο Καμάρι – Φηρά – Εμποριό, στη Λέρο, στο Βαθύ κ.α. Στην «πίσω αυλή» της τουριστικής βιτρίνας παραμένουν ακόμα χωρίς υδροδότηση 50 οικισμοί με περίπου 3.500 κατοίκους σε Ανδρο, Κίμωλο, Τήνο και Μύκονο!
Σημειακά προβλήματα επάρκειας πόσιμου νερού εντοπίζονται στη Λέσβο (περιοχή Πέτρας – Μήθυμνας), ενώ όσον αφορά το Βόρειο Αιγαίο ανησυχία για την επάρκεια στο μέλλον εντοπίζονται στη Χίο και στα μικρά νησιά Αγιος Ευστράτιος, Ψαρά, Οινούσσες, Φούρνοι. Φαινόμενα υπεραντλήσεων έχουν εμφανιστεί στα υπόγεια συστήματα του Αεροδρομίου Λέσβου, στη Μυτιλήνη, στο Πλωμάρι, στη Λήμνο, στη Νότια Χίο, στον Μεσόκαμπο Σάμου κ.α.
Αν και γενικά το πόσιμο νερό των νησιών του Αιγαίου χαρακτηρίζεται καλής ποιότητας, έχουν καταγραφεί και προβλήματα με υπερβάσεις των ορίων συγκέντρωσης χρωμίου, αρσενικού, νικελίου, νιτρικών, με αποτέλεσμα να κλείσουν οι συγκεκριμένες γεωτρήσεις, όπως συνέβη στη Ρόδο.
Πολύ μεγάλο είναι το πρόβλημα των απωλειών νερού, καθώς στο Νότιο Αιγαίο υπολογίζονται σε 30%! Εκτιμήσεις για απώλειες από 10% έως 60% αναφέρουν οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Υδρευσης Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) σε Κάλυμνο, Κω, Μύκονο, Πάρο, Ρόδο και Σύρο. Και στο Βόρειο Αιγαίο αναφέρονται μεγάλες απώλειες, ενώ υπάρχουν σημαντικά τμήματα των δικτύων που χρειάζονται αντικατάσταση λόγω παλαιότητας και υλικού κατασκευής (αμίαντος, σίδηρος).
Η στεγάνωση των δικτύων είναι από τα πρώτα μέτρα που επιβάλλονται. «Υπήρξαν πολλές κακοτεχνίες στο παρελθόν, που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Σήμερα υπάρχουν οι κατάλληλες τεχνολογίες για να ελεγχθούν οι αγωγοί, όπως αδιάβροχες κάμερες. Χρειάζεται όμως συνολικός σχεδιασμός. Απαιτείται η δημιουργία μικρών ή μεγαλύτερων φραγμάτων σε όλα τα νησιά, καθώς σήμερα υπάρχουν ελάχιστα. Βεβαίως απαιτούνται ολοκληρωμένα έργα. Οχι όπως στη Σέριφο που υπάρχουν ένα φράγμα και μια τεχνητή λίμνη, χωρίς όμως να υπάρχει το κατάλληλο δίκτυο για να αξιοποιηθεί το νερό στο σύνολό του. Είναι σαν να κάναμε μια πισίνα πάνω στο βουνό!», λέει ο κ. Λεονταρίτης. Ο αντιπεριφερειάρχης υπογραμμίζει ακόμα την ανάγκη εξοικονόμησης νερού, αλλά και τη διοχέτευση του νερού-αποβλήτου των αφαλατώσεων για άρδευση, ύστερα από κατάλληλη επεξεργασία.
Υπάρχει βέβαια το ερώτημα πώς θα γίνει ο συνολικός σχεδιασμός όταν, όπως σημειώνει το Εθνικό Σχέδιο για το Πόσιμο Νερό, «οι περισσότεροι πάροχοι (ΔΕΥΑ ή δήμοι) δεν διαθέτουν ολοκληρωμένα Γενικά Σχέδια Υδρευσης, ούτε Σχέδια Ασφάλειας Νερού, και σε αρκετές περιπτώσεις δεν διαθέτουν επαρκώς στελεχωμένες τεχνικές υπηρεσίες, ούτε μελέτες. Αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες προγραμματισμού των αναγκαίων έργων ύδρευσης σε βάθος δεκαετίας».
Τρεις πυλώνες
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή κ. Σίμο Μαλαμή, οι αναγκαίες παρεμβάσεις για την επάρκεια νερού πρέπει να στηριχθούν σε τρεις πυλώνες. «Πρώτον, μείωση των απωλειών νερού στο δίκτυο της ύδρευσης και ιδιαίτερα της άρδευσης. Δεύτερον, χρήση μη συμβατικών ρευμάτων νερού. Για παράδειγμα, η αφαλάτωση δημιουργεί άλμη, δηλαδή νερό με μεγάλη συγκέντρωση αλατιού. Σήμερα το ρίχνουμε στη θάλασσα, επηρεάζοντας τοπικά. Με κατάλληλη επεξεργασία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άρδευση. Επίσης μπορεί να υπάρξει επαναχρησιμοποίηση λυμάτων, μέσω ασφαλών μεθόδων με λογικό κόστος, για ανάκτηση νερού για γεωργία ή για καζανάκια. Στην Ελλάδα χρησιμοποιούμε μόνο το 2%, όταν στην Κύπρο αξιοποιούν το 70%. Εμείς μπορούμε να θέσουμε στόχο το 10%. Ακόμα, να αξιοποιήσουμε το βρόχινο νερό και τα όμβρια. Ειδικά στα νησιά υπήρχε παράδοση με τις στέρνες, που τώρα έχουν εκλείψει, παρότι είχαν εφαρμοστεί με επιτυχία. Τρίτον, εξοικονόμηση και όχι σπατάλη νερού σε όλες τις χρήσεις. Και στη γεωργία, που πρέπει να υπάρχει στάγδην άρδευση και όχι επιφανειακή. Αλλά και στην κατοικία, που εκτός από επιμέρους αλλαγές (π.χ. σύγχρονες βρύσες) είναι ίσως αναγκαίο κι ένα πρόγραμμα “Εξοικονομώ” για το νερό, για πιο αποδοτικά πλυντήρια ή άλλα συστήματα».
Nερό από τη βροχή, τους υδρατμούς, ακόμη και από τα λύματα
«Κάν’ το όπως θα το έκανε η φύση», αυτό είναι το σύνθημα ενός μεγάλου ερευνητικού προγράμματος για την εξοικονόμηση νερού, που υλοποιείται ήδη με επιτυχία εδώ και δύο χρόνια σε τρία ελληνικά νησιά (Λέσβο, Μύκονο και Τήνο), με έξι εφαρμογές – πιλότους όπως ονομάζονται. Το έργο Hydrousa είναι κάτι παραπάνω από ένα πρόγραμμα για το νερό, καθώς πειραματίζεται σε λύσεις ολοκληρωμένης διαχείρισης και κυκλικής οικονομίας, που μπορεί να ανοίξει δρόμους για ευρύτερη εφαρμογή των καινοτομιών του. Με 28 εταίρους από πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, δήμους, ΜΚΟ και εταιρείες και προϋπολογισμό 12 εκατομμυρίων ευρώ, έχει ήδη βραβευτεί δύο φορές σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
«Η Hydrousa στοχεύει στην ανάπτυξη, στη βελτιστοποίηση και την επίδειξη καινοτόμων και ανταποδοτικών συστημάτων χαμηλού κόστους σε πραγματική κλίμακα για τη διαχείριση μη συμβατικών ρευμάτων νερού, όπως είναι τα λύματα, τα όμβρια ύδατα, τα υπόγεια ύδατα, το θαλασσινό νερό, ακόμη και η ατμοσφαιρική υγρασία. Στόχος είναι η παραγωγή πολύτιμων πόρων και ανακτημένου νερού, ειδικά για σχετικά απομονωμένες νησιωτικές περιοχές που αντιμετωπίζουν λειψυδρία», σημειώνει στην «Κ» ο συντονιστής του προγράμματος Σίμος Μαλαμής από το Εργαστήριο Υγειονομικής Τεχνολογίας του ΕΜΠ.
Η πρώτη εγκατάσταση βρίσκεται στο χωριό Αντισσα στη Λέσβο, με πληθυσμό 500 περίπου κατοίκων. Ο πιλότος Hydro 1 πραγματοποιεί την επεξεργασία των αστικών λυμάτων του χωριού, περίπου 100 τόνους την ημέρα το καλοκαίρι. Τα λύματα μετά την αναερόβια επεξεργασία (από την οποία λαμβάνεται βιομεθάνιο για ενεργειακή χρήση), περνούν μέσω τεχνητών υγροβιοτόπων, όπου φιλτράρονται από χαλίκι, καλάμια και άλλα φυτά, ενώ ακολουθεί διαδικασία απολύμανσης για την εξόντωση παθογόνων. Η λάσπη κομποστοποιείται, ενώ δημιουργείται ανακτημένο νερό, με το οποίο ποτίζονται πολυποίκιλες καλλιέργειες σε έκταση 10 στρεμμάτων (Hydro 2). «Με χρήση στάγδην άρδευσης και φθηνών αισθητήρων καλλιεργούμε δέντρα, ντομάτες, καλαμπόκι, καρπούζια, ακόμη και γλυκάνισο για το τοπικό ούζο. Το νερό έχει διατηρήσει θρεπτικά συστατικά, όπως άζωτο, φώσφορο κ.λπ.», λέει ο συντονιστής του προγράμματος.
Τα Hydro 3 και 4 στη Μύκονο απαρτίζονται από έναν συλλεκτήρα βρόχινου νερού, που με χρήση της βαρύτητας το οδηγεί σε δύο δεξαμενές 60 κυβικών μέτρων. Αντίστοιχα συγκεντρώνεται το νερό της βροχής και τα όμβρια από 2-3 κατοικίες. «Τα ύδατα αυτά χρησιμοποιούνται για την άρδευση ρίγανης, που δεν απαιτεί πολύ νερό και στη συνέχεια παράγονται αιθέρια έλαια», αναφέρει ο κ. Μαλαμής.
Το Hydro 5 στην Τήνο αφορά ένα καινοτόμο σύστημα επεξεργασίας της παραγόμενης άλμης από μονάδα αφαλάτωσης. Συγκεκριμένα, η άλμη συγκεντρώνεται σε πάνελ και κάτω από την ηλιακή ακτινοβολία το νερό εξατμίζεται και συμπυκνώνεται, έτσι ώστε να μπορεί να ανακτηθεί στη συνέχεια. Το Hydro 6 στηρίζει μια πρότυπη οικοτουριστική μονάδα στην Τήνο, με συστήματα συλλογής βρόχινου νερού, συμπύκνωσης υδρατμών, επεξεργασίας λυμάτων με υγροβιότοπο και άρδευσης τοπικών καλλιεργειών, δίνοντας ένα παράδειγμα μιας διαφορετικής ανάπτυξης τουριστικών υποδομών με σεβασμό στο περιβάλλον.
51% του πληθυσμού στις Κυκλάδες εξυπηρετείται από μονάδες αφαλάτωσης.
30% υπολογίζονται οι απώλειες νερού λόγω παλαιότητας των δικτύων στο Νότιο Αιγαίο. Εκτιμήσεις για απώλειες από 10% έως 60% αναφέρουν οι ΔΕΥΑ σε Κάλυμνο, Κω, Μύκονο, Πάρο, Ρόδο, Σύρο.
50 οικισμοί με περίπου 3.500 κατοίκους δεν υδροδοτούνται ακόμη σε Aνδρο, Κίμωλο, Τήνο και Μύκονο.
Πηγή kathimerini.gr
Γιάννης Ελαφρός