‘Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η αποκτίνουσα τους προφήτες’……
Πίσω από τα μισογκρεμισμένα τείχη, ξεπρόβαλε το σγουρόμαλλο, μελαμψό κεφαλάκι του δωδεκάχρονου παιδιού. Εκείνο κατά τρομαγμένο, κρυβόταν με την καρδιά του να κτυπάει ατίθασα σαν του λαγού. Λίγο πιο πέρα ακούγονταν οι διαπεραστικοί κρότοι από τα πυρά των όπλων.
Ο ουρανός ήταν μουντός, θλιβερός και η ατμόσφαιρα αποπνιχτική, από τις αδιάκοπες ριπές των σύγχρονων όπλων.
Στην λωρίδα της Γάζας, μερικά παιδιά στην ηλικία του, κρατούσαν τα όπλα και σκότωναν τους ανθρώπους. Άλλα έμειναν αιχμάλωτα, πεινασμένα, άρρωστα, ακρωτηριασμένα, τυφλά, ορφανά και νεκρά. Αυτή η περιοχή της Εδέμ, ποτέ δεν ησύχαζε.
Ούτε και τώρα, με την απειλητική παρουσία ενός νέου φονικού πολέμου, με τα πιο σύγχρονα και εξοντωτικά όπλα. Από το Σινά, ως τον Λίβανο ή την Συρία και από το Ισραήλ, ως την Παλαιστίνη και την Ιερουσαλήμ, οι ταραχές στη Μέση Ανατολή, δεν λένε να σταματήσουν.
Κάποια στιγμή που ο θόρυβος είχε κοπάσει και οι εχθροπραξίες είχαν παύσει για λίγο, ο μικρός Βενιαμίν, προσπάθησε να βγει από την κρυψώνα του για να πάει στο φτωχικό του. Πέρασε από έρημους δρόμους και κλειστά μαγαζιά.
Η ερημιά βασίλευε και η εκκωφαντική σιωπή, απλώνονταν παντού, μόνο οι καταστροφικοί βομβαρδισμοί την διέκοπταν. Η αγριότητα του ανελέητου πολέμου, επέστρεψε στην Ιερή πόλη, που δεν ξέχασε τα Ιεροσόλυμα.
Βιαστικά το παιδί, ακολούθησε την ίδια πορεία, σε εκείνα τα πέτρινα σοκάκια, όπου περπάτησε και ο Ειρηνοποιός Ιησούς.
Αυτόν που κάποτε οι πρόγονοι του, οι Ιουδαίοι μαζί με τους Ρωμαίους, καταδίκασαν σε θάνατο, γιατί είχε διαφορετικές, ειρηνιστικές ιδέες, ενάντια στην βία και την σκλαβιά και άφοβα τις κήρυττε δημόσια. Γιατί ήταν επαναστάτης, υπερασπιστής της ελευθέριας, της αγάπης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ήταν αντίθετος, σε καθετί που καταδυνάστευε τον λαό του και κυρίως στους σκληρούς και απάνθρωπους, Ρωμαίους κατακτητές.
Ο Βενιαμίν, με τον τρόμο στα κατάμαυρα γυαλιστερά του μάτια, βγήκε ως το ξέφωτο.
Απέναντι του φάνταζε ο τεράστιος χρυσός τρούλος από το Μουσουλμανικό Τέμενος, το Αλαχξά που έκτισαν οι Άραβες Μωαμεθανοί, για να τιμήσουν τον Προφήτη τους τον Μωάμεθ. Δίπλα του, κολλημένη η Καθολική Εκκλησία.
Πιο δίπλα μια Εβραϊκή Συναγωγή, κοντά στο Τείχος των Δακρύων όπου η Ραχήλ έκλαιε τα τέκνα της. Στην απέναντι πλευρά, ξεχώριζε το πανύψηλο καμπαναριό, της Ορθόδοξης Εκκλησίας, του Θαυματουργού Παναγίου Τάφου.
Ο μικρός περπάτησε στα στενοσόκακα, ακολουθώντας τα ίδια βήματα του Χριστού, τότε που τον συνέλαβαν και του φόρτωσαν τον ασήκωτο ξύλινο Σταυρό. Έπρεπε να τον ανεβάσει στον λόφο, στον Κρανίου Τόπο, ‘Εκεί όπου Εσταύρωσαν Αυτόν.’
Τον τιμώρησαν, μαζί με άλλους δυο κοινούς κακούργους, αφού τον καταδίκασαν με συνοπτικές διαδικασίες, στην εσχάτη των ποινών, γιατί απειλούσε τον πλουτοκρατία και την εξουσία, Ρωμαϊκή και Εβραϊκή. Σε μια γωνιά, μερικοί Ρωμαίοι αξιωματούχοι, θα πιαστούν τότε στα χέρια, για να διαμοιράσουν τα ιμάτια Του Χριστού.
Ένας υφαντός Χιτώνας άρραφος, ματωμένος από το μαστίγωμα και φτιαγμένος από την Παναγία την Μητέρα του Χριστού, που με πόνο και φόβο ζούσε μαζί με τις Μυροφόρες, το σεπτό Του Μαρτύριο και τα Αγία Πάθη Του.
Το μικρό παιδί, ο Βενιαμίν, αφού συνάντησε τον αδελφό του, τον Ααρών, πέρασαν μέσα από ένα κήπο, γεμάτο με αιωνόβιες ελιές, αυτόν της Γεσθημανής, όπου ο Ιησούς με ανθρώπινη αδύναμη φύση, προσευχόμενος, παρακάλεσε τον Ουράνιο Πατέρα του, να του απαλύνει το μαρτύριο και να του πάρει μακριά το πικρό ποτήρι. ‘(Πάτερ Μου, παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο.)’
Σε μια γωνιά απόμερη, βρισκόταν το δέντρο που μετανοιωμένος για την προδοσία του Διδασκάλου του, αυτοκτόνησε ο Ιούδας υπό το βάρος της ενοχής του.
Πέταξε τότε ο φιλάργυρος τα τριάντα ασημένια ‘αργύρια,’ που του πούλησαν για την Τιμήν του Τετιμημένου οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι τότε Προύχοντες της πολύπαθους Ιερουσαλήμ.
Τα τρομαγμένα παιδιά, τρέχοντας και καταϊδρωμένα, αφού κατάφεραν να ξεφύγουν, μπήκαν στην ασφάλεια της αυλής του χαμηλόκτιστου σπιτιού τους. Τώρα πια οι κρότοι από τις φονικές σφαίρες, ήταν πολύ μακριά και δεν τα απειλούσαν.
Το απόγευμα γλιστρούσε γρήγορα, για να δώσει την θέση του στη σκοτεινή νύχτα.
Από μακριά οι καμπάνες των Ορθόδοξων Εκκλησιών της Ιερουσαλήμ, συνήθιζαν να κτυπούν καλώντας τους πιστούς για τον Εσπερινό.
Πιο δίπλα, ο Μουεζίνης, φώναζε πέντε φορές την ημέρα, από τα μεγάφωνα του Μιναρέ, τους πιστούς Μωαμεθανούς, για την καθορισμένη προσευχή.
Ιερουσαλήμ, μια πόλη, πανάρχαια, διαχρονική, Ιερή, όπου συναντιούνται όλοι οι πολιτισμοί του κόσμου.
Ένα μωσαϊκό από διαφορετικές φυλές και Θρησκείες, συνθέτουν αυτή την ιστορική πόλη. Μια πόλη πάντα ταραγμένη, μια αρένα συγκρούσεων, που ούτε η Σταυρική Θυσία του πράου Χριστού, που κήρυττε την Αγάπη και την ειρηνική συμβίωση, ούτε η Λαμπροφόρος Ανάσταση Του, δεν μπόρεσε να ηρεμήσει τους κατοίκους και τους παροικούντες, την Ιερουσαλήμ.
Ύστερα από δυο και πλέον χιλιάδες χρόνια, κάποιοι θα γράψουν με τον δικό τους τρόπο την καθημερινότητα της Ιερουσαλήμ.
Θα την γράψουν σε ηλεκτρονικά βιβλία, θα την διαδώσουν παντού στο διαδίκτυο, θα την τυπώσουν στα τελειότερα μηχανήματα και θα την αποτυπώσουν με τις πιο ακριβείς φωτογραφικές μηχανές.
Θα κάνουν, ό,τι περίπου έκαναν και οι τέσσερις Ευαγγελιστές, όπου πάνω στα πανάρχαια ειλητάρια από πάπυρο, κατέγραψαν την ζωή το κήρυγμα, τα θαύματα, το Μαρτύριο και την Λαμπροφόρο Ανάσταση του Σωτήρα Χριστού.
Μαζί κατέγραψαν και την ταραγμένη πορεία της θρυλικής Ιερουσαλήμ, εκείνα τα δύσκολα χρόνια.
Και όμως αυτά τα δύσκολα χρόνια, επέστρεψαν ξανά με την απειλή ενός φονικού Μεσανατολικού πολέμου. Το ίδιο και οι Ιεροί χώροι λατρείας, κάθε Θρησκεύματος και Δόγματος, λειτουργούν υπό τους απειλητικούς ήχους των βομβαρδισμών έτσι που οι πιστοί λιγόστεψαν. Όχι ‘’για τον φόβο των Ιουδαίων,’ αλλά για τον φόβο του πιο εξοντωτικού καθημερινού πολέμου.
Εφέτος το Πάσχα ας το γιορτάσουμε, με αγάπη και χαρά στις καρδιές μας.
Με μια θερμή προσευχή, στο Χριστό της Ιερουσαλήμ και στο ‘Άγιο Φως,’ που θαυματουργά αναβλύζει από τον Πανάγιο Τάφο, να κάνει το θαύμα του και να σταματήσει γρήγορα αυτή την συμφορά, αυτό το ανελέητο πολεμικό θανατικό, που κάλυψε τη Μέση Ανατολή, φωτίζοντας τον κόσμο με ελπίδα. Γιατί μετά τα Άγια και Σεπτά Πάθη, έρχεται η Ανάσταση. Γιατί μετά το σκοτάδι έρχεται το Άγιο Φως. Ευλογημένη διάβαση, για την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα.
Καλό Πάσχα Ξανθίππη Αγρέλλη