Η Χριστίνα εκείνο το Κυριακάτικο απόγευμα, πρόσεξε στο ημερολόγιο της, ότι ήταν μια μέρα αφιερωμένη στην Μητέρα.
Έτσι σκέφτηκε, να κάνει μια σύντομη καλοκαιριάτικη βόλτα, μέχρι το κοντινό Εκκλησάκι της Παναγιάς. Το συνήθιζε τελευταία και καθώς πήγε να ανάψει ευλαβικά ένα κεράκι, στο μικρό εξωκλήσι, συνάντησε την Χρυσούλα. Ήταν μια γνωστή της, μια αγωνίστρια της ζωής, μια αγρότισσα μητέρα, που την είδε γονατιστή να προσεύχεται για τα παιδιά της.
Από την μια πλευρά η Βυζαντινή Εικόνα της Μητέρας Παναγιάς, που κρατούσε γεμάτη χαρά τον νεογέννητο Χριστό και στον απέναντι τοίχο, ξανά η Παναγιά βαθιά λυπημένη, έσκυβε πάνω από τον μονογενή, νεκρό Υιό της, την στιγμή της Αποκαθήλωσης. Η Μητέρα όλων η Παναγία, σε όλο της το μεγαλείο να γεννάει, να δίνει ζωή στον μικρό Ιησού, να τον μεγαλώνει και να συμπάσχει στο μαρτύριο Του. Ήταν πάντα δίπλα του ως το τέλος, μέχρι την Ανάσταση του Υιού της.
-Έτσι, όπως και κάθε μητέρα, είναι ευλογημένη, ψιθύρισε η Χριστίνα,
είτε αυτή είναι πλούσια ή φτωχή, είτε είναι διανοούμενη, μορφωμένη είτε είναι εργάτρια, είτε αγρότισσα.
Η αγρότισσα μητέρα, βρισκόταν εκεί στο Εξωκλήσι, για το καθημερινό θυμίαμα των εικόνων και το άναμμα των κανδήλων.
Προσεύχεται πάντα για να είναι καλά τα παιδιά της, ικετεύει για αυτά.
Δεν την νοιάζει για εκείνη, αν εργάζεται σκληρά, νοιάζεται μόνο για τα παιδιά της. Ντυμένη με τα φθαρμένα ρούχα της δουλειάς, με τις λαστιχένιες μπότες, μέσα στην λάσπη και το ηλιοκαμένο της πρόσωπο, κρυμμένο πίσω από την υφαντή, άσπρη μαντίλα, ακουμπά την αγωνία και τους κόπους της, για την επιβίωση και για το μέλλον των παιδιών της.
Η κλαδωτή ποδιά της, έκρυβε τον ερχομό ενός ακόμη παιδιού, ενώ ο μικρότερος γιος, την τραβούσε από το μακρύ φόρεμα. Παράλληλα ο μεγαλύτερος, προσπαθούσε να τιθασεύσει τα ζώα στο κτήμα, μαζί με τον ακούραστο πατέρα του.
-Έλα είπε στη Χριστίνα, έλα να σε φιλέψω, εδώ πιο δίπλα μένω και έτσι δουλεύουμε όλοι μαζί, η οικογένεια, στο μικρό χωράφι μας.
Η φιλόξενη αθώα, Μάνα, που αγκαλιάζει εκτός από τα παιδιά της και όλο τον κόσμο, χωρίς καχυποψία, άνοιξε την πόρτα του νοικοκυρεμένου, χαμηλοτάβανου και φρέσκο ασπρισμένου σπιτιού της.
Με φανερό ενθουσιασμό, ετοίμασε το ζεστό καφεδάκι και καλοδέχτηκε την μουσαφίρισσά της, ενώ της το πρόσφερε μαζί με το ζυμωτό ψωμί και το κρασσοτύρι, στην ανθισμένη με γεράνια και τριαντάφυλλα αυλή.
-Βλέπεις Χριστίνα μου οι κάμποι αυτοί πρέπει να καλλιεργηθούν, να πρασινίσουν και να γεμίσουν ξανά με κατακόκκινες ντομάτες, με φρέσκα λαχανικά και πολλά κηπευτικά.
Πότε θα τα προλάβουμε; Αναρωτήθηκε.
Ύστερα η Χρυσούλα, πρόσθεσε.
-Έχω έξι παιδιά και ένα που έπεσε στο αφύλακτο πηγάδι, την Ροδούλα μου, που την χάσαμε δώδεκα χρονών. Βέβαια την αντικατέστησα, αλλά εκείνο το παιδί ήταν μοναδικό.
Η Χριστίνα την άκουγε με συμπόνια και τη ρώτησε, αν έχει ελεύθερο χρόνο.
-Ούτε που ξέρω τι εννοείς, την κοίταξε απορημένη η αγρότισσα μάνα. Είμαι στο πόδι από το έβγα του ήλιου, δηλαδή από την Ανατολή, μέχρι το έβγα του φεγγαριού της απάντησε. Ξυπνώ με τον κόκορα και κοιμάμαι σχεδόν με τις κότες.
Η επισκέπτρια προσπάθησε να μπει, στον διαφορετικό τρόπο της ζωής της Χρυσούλας, όσο εκείνη συνέχιζε.
-Όλη μου η ζωή είναι τα παιδιά μου, ο σύζυγος μου, το σπίτι μου και αυτό εδώ το χωράφι, η προίκα μου, που μας δίνει τα απαραίτητα για να ζήσουμε.
Η Χριστίνα κατάλαβε, ότι το κέντρο της Γης για αυτή την αγνή μητέρα, είναι μόνο η οικογένεια της.
-Αλήθεια από τι είναι φτιαγμένη, αυτή η γυναίκα και Μάνα της υπαίθρου; Πότε προλαβαίνει να ταΐσει τα λίγα ζώα και τα υποζύγια, να φροντίσει τις φλύαρες κότες, τα περιστέρια, τους κυνηγετικούς σκύλους, τις ανήσυχες γάτες, αλλά και τα κάτασπρα κουνέλια; Να θρέψει τον χοίρο στην χοιρόβουα ή στον χοιρόλακκο; Αναρωτήθηκε, με ολοφάνερο ενδιαφέρον.
Πότε προλαβαίνει να φυτέψει, να ποτίσει, να ξεχορταριάσει και να συλλέξει τους καρπούς της γης; Πως προλαβαίνει και νταντεύει τα μικρά της, γηροκομεί τα πεθερικά της, καθαρίζει το σπιτικό της και συνάμα φτιάχνει ζεστό σπιτικό ψωμί ή χορτόπιτες για τα παιδιά της;
-Απορώ σκέφτηκε η Χριστίνα, αν πότε αυτή η μάννα και συνάμα γυναίκα, φροντίζει τον εαυτό της.
-Πέρα από το καθημερινό μπάνιο, συνέχισε εκείνη να της λέει, ότι δεν έχει δει ξανά ούτε κομμωτήριο, ούτε καλλυντικά, εκτός από εκείνη την ημέρα των αρραβώνων και του γάμου της.
Αυτή η μάνα, έβαλε στην άκρη το εγώ της, τις προσωπικές της ανάγκες, τα θέλω της. Έθεσε σε προτεραιότητα τα παιδιά, τον άντρα και το σπιτικό της.
-Πριν την αποχαιρετήσει, η Χριστίνα, Κυρά του Ελαιώνα, την ρώτησε αν είναι ευτυχισμένη από την ζωή της.
-Μου φτάνει που έχω τα απαραίτητα και το καθημερινό ψωμί, για τα παιδιά μου, της απάντησε με περίσσια περηφάνια και την αποστόμωσε.
Με ένα καλαθάκι στο χέρι, με λίγα αυγά, μερικά καρύδια και πολλή αγάπη, η Χριστίνα αποχαιρέτισε και ευχαρίστησε τη φιλόξενη Χρυσούλα, για τα πεσκέσια της. Μια βιαστική κλώσα με τα τρυφερά κίτρινα μικρά της, τρέχει και της θυμίζει πως η μητρότητα βρίσκεται παντού σε όλη τη φύση, με όλο της το στοργικό μεγαλείο. Ύστερα η Χριστίνα στο δρόμο της επιστροφής, όσο μάζευε κίτρινους σπαρτούς, τα ευωδιαστά αγριολούλουδα, έπλεξε το εγκώμιο της μητέρας, αφού και εκείνη ήταν μια υπερήφανη μητέρα.
-Η μορφή της μητέρας, δύναμη ζωής για όλο τον κόσμο, μονολόγησε.
Η παρουσία της μάνας, είναι μια καθημερινή γιορτή, στη ζωή του ανθρώπου. Σε αυτή την απλοϊκή, σημαντική και ακούραστη παρουσία της μητέρας, χρωστάμε όλοι τη ζωή μας. Είτε είναι απλή εργάτρια, η αγωνίστρια, η αγρότισσα, είτε επιστήμονας, εκπαιδευτικός, νομικός γιατρός, νοσηλεύτρια, μοδίστρα, είναι αναντικατάστατη.
Είναι μια και μοναδική, πολύτιμη και ανεκτίμητη. Η γνήσια Ελληνίδα, παραδοσιακή μάνα της υπαίθρου ή της πόλης, είναι μεγαλόκαρδη, φιλόξενη, στήριγμα στην οικογένεια της, είναι η αστείρευτη πηγή ζωής, για το σύζυγο και για τα παιδιά της.
Είναι ο ακλόνητος μαχητής, στον σκληρό αγώνα επιβίωσης στην ύπαιθρο, πάντα δίπλα στον σύντροφο της. Είναι η μια, από τις δυο σταθερές κολώνες που στηρίζουν το σπιτικό της, μαζί με τον πατέρα στις δυσκολίες της ζωής. Η μάνα είναι μια λέξη ιερή, που μας γεμίζει με χαρά, ασφάλεια, σεβασμό και θαλπωρή.
Είναι ο στυλοβάτης της οικογένειας και η πύλη, της ζωής. Μαζί με τον άνδρα και σύζυγό της κτίζουν τη φωλιά τους και μεγαλώνουν τους μικρούς νεοσσούς, τα παιδιά τους. Η Χριστίνα θυμήθηκε τα σοφά λόγια του Βίκτωρα Ουγκώ. ‘Φωλιά που χαλάει τα χελιδόνια πέφτουν και χάνονται’, σκιαγραφώντας έτσι, την διαλυμένη οικογένεια, το βασικότερο κύτταρο της ανθρώπινης κοινωνίας.
Ευτυχισμένοι όσοι είχαν την αγάπη της μάνας, μέχρι τα γεράματά τους και δυστυχισμένοι όσοι έχασαν νωρίς, το στήριγμα και απάγκιο λιμάνι της ζωής τους. Συνέχισε τον μονόλογο, η Χριστίνα μέχρι που γύρισε το κλειδί της εξώπορτας, φθάνοντας στο αρχοντικό της, με το γλυκό φως του Δειλινού. Ένα άδειο κρυστάλλινο βάζο, περίμενε να φιλοξενήσει τα άνθη του αγρού.
-Δώρα της φύσης για εμένα, την τυχερή μανούλα, ψιθύρισε η Χριστίνα και άνοιξε την μητρική αγκαλιά της, γεμάτη στοργή για τα παιδιά της.
(Απόσπασμα από το τελευταίο μου βιβλίο, ‘Η κυρά του ελαιώνα.’)
Αφιερωμένο στην Παγκόσμια γιορτή, για την Μητέρα και στην ιερή λέξη Μητέρα και τον πολύτιμο ρόλο της. Γιορτάζεται κάθε δεύτερη Κυριακή του Μάη, κόντρα σε όσους θέλουν να καταργήσουν την γιορτή της Μητέρας. Όπως συνέβη πρόσφατα σε μια κωμόπολη της Ελβετίας, που κατόπιν έντονης διαμαρτυρίας των γονέων, επανέφεραν στο Σχολείο την γιορτή για την ημέρα της Μητέρας.
Αλλά και στην Αμερική ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, ζήτησε σε ομιλία του όπως και στη Γαλλία, ο Εμμανουήλ Μακρόν, να καταργηθούν τα -κυρίες και κύριοι- άνδρας, γυναίκα- παππούς, γιαγιά- πατέρας μητέρα και να αντικατασταθούν με το γονέας Α και γονέας Β, καθώς και με το ουδέτερο άνθρωποι και σύντροφοι. Άραγε όλους αυτούς μια Μητέρα δεν τους γέννησε; Έστω και μια παρένθετη. Από αυτές που χρησιμοποιούν το σώμα τους για το κέρδος και εμπορεύονται το σπλάχνο τους, πουλώντας το ίδιο το παιδί τους.
Παναγία Μητέρα του κόσμου, φύλαξε μας από τον παραλογισμό ορισμένων αφύσικων καταστάσεων και πλανημένων ανθρώπων.
Τα συμπεράσματα δικά σας, αγαπητοί αναγνώστες.
Ξανθίππη Αγρέλλη