Ραδιόφωνο Live Επικοινωνία Χρήσιμα τηλέφωνα Φαρμακεία
Follow us

Πρόσθεσε ένα σχόλιο

×

Η Δημοτική Αγορά, άλλοτε και σήμερα (γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη)

11/10/2025
125 Εμφανίσεις
0 Σχόλια

Μια Κυριακάτικη βόλτα στο κέντρο της νησιώτικης πόλης, με έφερε ως την Πλατεία Ελευθερίας, για να βρω ανοιχτή την κεντρική Αγορά της Κω. 

Πραγματικό στολίδι το  υπέροχο Ιταλικό κτίσμα, βρίσκεται  για πολλά χρόνια, στη μέση της  μεγάλης  Πλατείας  Ελευθερίας του νησιού, σκεπασμένο με ειδικό  υλικό, για να προστατεύει τους εμπόρους και τους καταναλωτές από τα τερτίπια του καιρού. 

Στην πίσω πλευρά, έχει και άλλη μια ευρύχωρη θύρα εξόδου, για επισκέπτες  και  παραγωγούς. Καθημερινά  αγόραζα του κόσμου τα καλά, από εκείνη την παλιά και μεγάλη Δημοτική Αγορά. Σημερα η Δημοτική Αγορά της Κω, έχει πολλά τυποποιημένα προϊόντα όπως ποτά κρασιά ξηρούς καρπούς γλυκά και μερικά τουριστικά ενθύμια, αλλά  έμεινε μόνο ένα μανάβικο με φρέσκα φρούτα, από τα τόσα πολλά που θυμάμαι.

Ταξιδεύω πίσω στο χρόνο και ξαναζώ, την παλιά Δημοτική Αγορά. 

Γύρω - γύρω, ήταν παρατεταγμένοι οι ξύλινοι πάγκοι και στη μέση μια μαντεμένια βρύση, η οποία υπάρχει ακόμα, που ξεδιψούσε πελάτες και μανάβηδες. Γιατί η Αγορά εκείνη, ήταν κυρίως για τη  μαναβική, με κάθε λογής φρούτα και λαχανικά. Στους  φορτωμένους πάγκους και με όλα τα αγαθά βγαλμένα από τα σπλάχνα της εύφορης Κω, ήταν απλωμένοι όλοι οι θησαυροί της γης. Αυτούς που καθημερινά κουβαλούσαν οι ακούραστοι   φορτοεκφορτωτές, με τα υποζύγια  ή αργότερα με τα  φορτηγά αυτοκίνητα. 

Στις  καμάρες και τους εξωτερικούς  αψιδωτούς χώρους, υπήρχαν δυο-τρία κρεοπωλεία όπως του Πουλιού και του Χατζηαντωνίου και ψαροπολεία, όπως των αδελφών Λέγγου. Αυτούς που πρόλαβα τους αναφέρω. Ψάρια πωλούσαν και οι ψαράδες στην προκυμαία του λιμανιού,  όπως οι αδελφοί Κοντοβερού, ο Βασίλης ο Κοντός, ο Καίσαρλης, ο Χόνδρος,  ο   Κώστας ο Πίττας,  ο Βραχνάς, ο Καλαητζής και αργότερα   οι αδελφοί  Μητσάτσου.

Στην είσοδο της Αγοράς, ήταν  μαζεμένοι όλη μέρα οι ακούραστοι βιοπαλαιστές, με τα ξύλινα καροτσάκια τους.  Θυμάμαι την πάντα χαμογελαστή Φωτεινή  Θαλασσινού, να φτιάχνει χωνάκια από εφημερίδα γεμάτα  ηλιόσπορο, με μισή δραχμή. Τις αδελφές  Ξυπολιτά και  την επονομαζόμενη ‘Μαευτήτε’ να πουλάει καραμελωμένα μήλα και μιαν άλλη Οθωμανή,  που αμυδρά την θυμάμαι. 

Ήταν  και ο Στέργος  ο Καλούδης, που αργότερα πήγε στην Πλατεία των Δελφινιών, μπροστά στο Γ’ Δημοτικό Σχολείο, στο Αζίλο. Σε άλλη  θέση βρισκόταν και   ο Ανάστασης ο Χόνδρος, εκεί στην Καζέρμα.  

Χαρακτηριστικές φιγούρες απέναντι από την Αγορά και γύρω από τους  αψιδωτούς χώρους στο Τζαμί, ήταν και οι λούστροι, με τα ξεχωριστά  μπρούτζινα ή ξύλινα κασελάκια τους.  

Πρόλαβα τον Κώστα, ‘το καμπουράκι’ όπως  τον έλεγαν. Αυτοί ολημερίς με ένα φράγκο, μια δραχμή,  έβαφαν ή γυάλιζαν κυρίως τα ανδρικά παπούτσια. 

Η Δημοτική Αγορά, τότε συγκέντρωνε όλη την μεταπολεμική  ζωή της Κω. Ακόμη και από τα χωριά κατέβαιναν οι πελάτες, για να εξυπηρετηθούν. Έδεναν τα υποζύγια τους στο γνωστό Χάνι, το σημερινό Λαογραφικό   Μουσείο και ξεχύνονταν για τα απαραίτητα ψώνια τους. Περνούσαν πρώτα από τα φαναρτζίδικα, τα σιδεράδικα, τα σαμαρτζίδικα και τα φανοποιεία, στα παλιά Χαλουβαζιά, την σημερινή, τουριστική οδό Απελλού.            Ύστερα κατέληγαν, στην πλούσια Δημοτική Αγορά της Κω.

Απέναντι από την Δημοτική Αγορά, υπήρχε μπροστά στο  πλούσιο  σε αρχαία εκθέματα Μουσείο της Κω, το περίπτερο της Λούπενας.

Στην πίσω πλευρά κοντά στην  Εκκλησία της  Αγίας Παρασκευής,  βρισκόταν άλλο ένα περίπτερο. Λίγα μέτρα πιο πέρα επί της 25ηςΜαρτίου, ήταν το περίπτερο του αξέχαστου γείτονα μου, του Θοδωρή  Σταματάκη. Υπήρχαν επίσης δυο άλλα περίπτερα, αυτό του ανάπηρου πόλεμου του αείμνηστου ψάλτου  Ηλία Ζαχαρίου και των Ξυπολιτά - Μαρκόγλου. 

Αυτά βρισκόταν στην παραλιακή οδό Ακτή Κουντουριώτη, μπροστά στο λιμάνι και δίπλα στην ξακουστή  Κλινική του φημισμένου  μοναδικού, γενικού γιατρού και χειρουργού,  του αείμνηστου Θεόφιλου Πέρου. Άλλο ένα από τα τελευταία περίπτερα υπήρχε στην οδό Κανάρη, του Τσουλφά. 

Καθημερινά κατέβαινα με το ποδήλατο μου, για να αγοράσω πότε πορτοκάλια και μανταρίνια, από τα περβόλια του γιατρού του Κώστα Χατζηθεμηστοκλή, που τα είχε στον πάγκο του ο Γιώργος ο  Χατζημιχάλης, πότε λάχανα, για νόστιμους λαχανοντολμάδες, από τον πάγκο του Τρουμούχη, πότε πατάτες, από τον πάγκο του Τρούμπα, πότε κρεμμύδια  από τον Λάμπρο τον Παμπρή και σκόρδα, από τον τελευταίο πάγκο του  Μαραβέλια. Γύρω  υπήρχαν και άλλοι  πάγκοι με φρούτα και λαχανικά, ανάλογα την εποχή, όπως του Σταματιάδη, του Καλυμιαναρή, του Καίσερλη, του Μάρκου και αργότερα του Νέγρου.

Όταν ήταν μικρά τα παιδιά μου, πρόλαβα και τους γνώρισα την παλιά Δημοτική Αγορά.  Τα έπαιρνα συχνά μαζί μου, να για να προλάβουν να γνωρίσουν αυτό το θαύμα της μοναδικής  ζωντανής Αγοράς, του νησιού μας.  Μοσχοβολούσαν  τα ντόπια απίδια μέσα στο κατακαλόκαιρο και τα μελωμένα πεπόνια, οι πληζίνες, δηλαδή τα καρπουζια, παρέα με τα  ολόφρεσκα πρώιμα σύκα, τις λεγόμενες μπρονοφίδες.

Δροσιά ατελείωτη τα καρπούζια και  τα αγγουράκια, γέμιζαν τους πάγκους,  μαζί με τα σταφύλια, από τους αμπελώνες του Χατζημανώλη.  Φυσικά  δεν έλλειπαν και οι κατακόκκινες ντομάτες, μέσα στα γεμάτα καφάσια, όσες δεν πήγαιναν στα εφτά ως και εννέα, ενεργά εργοστάσια Τοματοπελτέ της Κω.

Η Δημοτική Αγορά, έθρεψε κόσμο και κοσμάκη, τα πρώτα χρόνια της δύσκολης  και στερημένης μεταπολεμικής εποχής του 50 και του 60, πριν ξεκινήσει η μετανάστευση. Το άκαρδο χέρι της οικονομικής μετανάστευσης, άδειασε πόλεις και χωριά και μαζί τις καρδίες των νησιωτών μας.

Αξέχαστοι θα μείνουν και οι εποχιακοί μικροπωλητές και παραγωγοί γεωργό- κτηνοτρόφοι,  που συνωστίζονταν γύρω από την μεγάλη Δημοτική Αγορά. Υπήρχαν και οι μικροί πλανόδιοι πωλητές, παραγωγής μελιού και άλλοι που ανάλογα την εποχή άλλαζαν.  Τα Χριστούγεννα κουβαλούσαν από τα χωριά  φρέσκα αυγά, ζωντανές κότες, κοκόρια  και γαλοπούλες και  τα πωλούσαν κάτω από τις καμάρες. 

Το Πάσχα έφερναν κυρίως από την  μακρινή Κέφαλο, τυριά, φρέσκιες  μυζήθρες, κρασσοτύρι, δηλαδή το κόκκινο τυρί της πόσσας,  φρέσκα αυγά, μαζί με τα ζωντανά κατσίκια και τα αρνιά.

Το Φθινόπωρο οι παραγωγοί, έφερναν και πωλούσαν, κρασί και γνήσιο ελαιόλαδο,  ελιές πράσινες για τσακιστές και μαυρομάτικες χαμάδες, από τους απέραντους ελαιώνες του Ασφενδιού, καθώς και των  άλλων χωριών.

Επίσης γύρω από το κτήριο της   παλιάς Δημοτικής Αγοράς, υπήρχαν ο Λεωνίδας ο Καβουρμάς, ο μπαρμπέρης και ένας  Οθωμανός τσαγκάρης ή  παπουτσής, που έπαιρνε  παραγγελίες για χειροποίητα υποδήματα  και σανδάλια ή για επιδιορθώσεις  παπουτσιών.  Ο ίδιος έφτιαχνε  και τις δερμάτινες μπότες,  τα περίφημα στιβάλια των κτηνοτρόφων. Αργότερα λειτούργησε και το παντοπωλείο του Κοκαλάκη, κάτω από τις καμάρες.

Φυσικά εκεί γύρω υπήρχαν πολλά παραδοσιακά εστιατόρια, όπως η ψαροταβέρνα του Τουρκομανώλη, του Κεφάλα και το  πατσατζίδικο του Γρηγοριάδη, καθώς  και το  μπακάλικο του Παρβέρη. Υπήρχε επίσης  το γαλακτοπωλείο του Οθωμανού του Βολακά, με  το  γευστικότατο ντόπιο γιαούρτι. Λίγο πιο κάτω στην πίσω μεριά του  Μουσείου, στην Πλατεία Καζούλη, ήταν το θρυλικό ζαχαροπλαστείο του Τσιβρινή, με τα αξέχαστα στρογγυλά μπακλαβαδάκια και την ευωδιαστή μπουγάτσα του. Υπήρχε άλλο ένα γλυκατζίδικο, αυτό του Ιμπραήμ Φαναρτζή, με τις καλύτερες πάστες σοκολατίνες Σεράνο και το πιο νόστιμο παγωτό καϊμάκι.

Επίσης  απέναντι από την Αγορά, υπήρχε ο φούρνος του Χατζηπέτρου και ένα  ποδηλατάδικο,  των αδελφών Χατζηπαναγιώτη. Αυτό στην αρχή πωλούσε και επισκεύαζε ποδήλατα, αργότερα δε τα ενοικίαζε κυρίως στους τουρίστες. Στους  παράπλευρους δρόμους επί της οδού Ιπποκράτους και Βασιλέως Παύλου, υπήρχαν τα πρώτα ραφτάδικα και τα παπουτσίδικα.         

Τα  ραφτάδικα, δηλαδή μοδίστρες για τις γυναίκες, και φραγκοράφτες για τους άνδρες, έδωσαν  την αφορμή στον αξέχαστο Ρεήση,  να ανοίξει το ψιλικατζίδικο του. 

Η χαρά της νοικοκυράς,  ήταν  για πολλά χρόνια επί της Ιπποκράτους,  (στη Χαντάκα), εκείνο το μαγαζάκι, που προμήθευε  τις γυναίκες του νησιού μας από όλα τα υλικά ραπτικής  και εργόχειρου,  όπως κουμπιά, κλωστές κλπ.    

Με τον καιρό όπως όλα αλλάζουν,  άλλαξε και η χρήση της Δημοτικής Αγοράς. Οι  παλιοί ένοικοι που δούλευαν ολημερίς χωρίς ωράρια Κυριακές  και Σχόλες, έφυγαν από τη ζωή. Σταδιακά τα συνήθη εμπορεύματα με φρούτα και λαχανικά, αντικαταστάθηκαν από τα τυποποιημένα ή ντόπια παραδοσιακά προϊόντα, αποξηραμένα ή  φρέσκα φρούτα, τα μπαχαρικά, τους ξηρούς καρπούς, τα γλυκά κουταλιού, όπως το ντοματάκι, τα τουριστικά είδη και άλλα. Σήμερα γύρω από την Δημοτική Αγορά,   λειτουργούν διάφορες  καφετέριες. 

Το  καλαίσθητο  και λειτουργικό  Ιταλικό κτίσμα, με τις καμάρες και τα σκαλιστά τσαμπιά από  σταφύλια, στην αψιδωτή πρόσοψη του, άλλαξε. 

Μαζί του άλλαξε  και χάθηκε, μια άλλη ξεχωριστή εποχή της Κω.                  

Τώρα φιλοξενεί εδώ και πάνω από μια δεκαετία, επαγγελματίες που έχουν ιδρύσει  Συνεταιρισμό ή πωλούν προϊόντα για περιηγητές, δηλαδή  είδη κυρίως τουριστικού ενδιαφέροντος.    

Τελευταία οι έμποροι, προτιμούν να εκθέτουν τα γεωργικά και άλλα προϊόντα τους, σε υπαίθριους χώρους. Οι  περισσότεροι συγκεντρώθηκαν στην γνωστή θέση, δίπλα στον μεγάλο  περιφερειακό δρόμο των  Παλαιών Πολεμιστών.  Προσπαθώ να ξαναθυμηθώ εκείνη την ασταμάτητη κίνηση της Αγοράς, να ξαναζήσω την ζωντάνια της Πλατείας Ελευθερίας και των καφενέδων, που διατηρούνται μέχρι και σήμερα. 

Σαν ζωγραφιά ανεξίτηλα χαραγμένη, έμεινε στο μυαλό μου η παλιά Δημοτική Αγορά. Σαν  ένας  πολύχρωμος πίνακας,   που αρνείται να ξεθωριάσει στο πέρασμα του χρόνου. 

Γιατί  όσο και αν ταξίδεψα σε άλλα νησιά, σε άλλα μέρη μακρινά, τη Δημοτική Αγορά της Κω, πουθενά δεν την συνάντησα.  


Υ.Γ. Ζητώ συγνώμη από όσους ξέχασα να αναφέρω. Παρακαλώ όσοι θέλουν επώνυμα στα σχόλια να προσθέσουν κάποιον ή να διορθώσουν κάτι, είναι ευπρόσδεκτοι. 


Ξανθίππη Αγρέλλη

Η ανωνυμία είναι το καλύτερο κρησφύγετο δειλίας και χυδαιότητας!
Σχόλια 0

Πρόσθεσε ένα σχόλιο

× ExpImage

ΕΞΟΔΟΣ