Ραδιόφωνο Live Επικοινωνία Χρήσιμα τηλέφωνα Φαρμακεία
Follow us
Σχολίασε την φωτογραφία 0 σχόλια
×

Το Γ’ Δημοτικό Σχολείο Κω, αναμνήσεις από το θρυλικό ‘Αζίλο ή Λαζίνο’ (Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη)

27/09/2020
139 Εμφανίσεις
0 Σχόλια

Όποτε περνάω από το  υπέροχο κτήριο του Γ’  Δημοτικού Σχολείου,  το σεντούκι της μνήμης μου ανοίγει και μου φανερώνει   τις καλλίτερες αναμνήσεις.

Για αυτό  το λόγο, θα αφιερώσω λίγα νοσταλγικά λόγια σε αυτό το γεμάτο ιστορία  Δημοτικό Σχολείο. Από αυτό το  Σχολείο,  πέρασαν τα καλύτερα παιδιά και διδάξαν οι πιο  ικανοί και δραστήριοι δάσκαλοι.

Πέρα από  το ότι λειτούργησε σαν Σχολείο  επί  Ιταλοκρατίας, συνεχίζει μέχρι και σήμερα να διδάσκει τα παιδιά, με τους πιο άξιους εκπαιδευτικούς.

Η λειτουργική αρχιτεκτονική του δομή, με την κλειστή αυλή, την αμφιθεατρική διάταξη των αιθουσών  και την προσεγμένη είσοδο, το κάνουν ξεχωριστό κτίσμα.    Σε αυτό το καλοδιατηρημένο, αρχιτεκτονικό κόσμημα, στο πέταλο του φυσικού λιμανιού του νησιού μας, ελάμβαναν μέρος πολλά πολιτιστικά δρώμενα, όπως εκθέσεις ζωγραφικής,  ομιλίες κλπ. Όλα αυτά γίνονταν κατά  την διάρκεια του καλοκαιριού, πριν χρησιμοποιηθεί  το παλιό ‘Χάνι’ πλήρως ανακαινισμένο, ως χώρος ποικίλων πολιτιστικών εκδηλώσεων.

Σε μια από τις αίθουσες στο Ασύλο ή Λαζίνο,  πέρασα τις καλλίτερες μαθητικές ώρες,  καθώς αργότερα  το ίδιο Σχολείο,  φιλοξένησε και τα παιδιά μου.

Με τον αειθαλή δάσκαλο κ. Τάκη Χατζηάμαλλο,  μάθαμε πολλά και ενδιαφέροντα όχι μόνο από την διδακτική ύλη, αλλά και έξω από  στερεότυπα Σχολικά  βιβλία.

Η δασκάλα, η κ. Μένη  Κριτσωτάκη  η χρυσοχέρα, μας  δίδασκε εργόχειρο και η Μαρία Φορόζη μουσική.

Το ιστορικό Σχολείο, το Ασίλο ή Λασίνο, όπως το έλεγαν οι παλιοί, στέγαζε  και τις τάξεις με τα παιδιά των Οθωμανών, με δυο τρεις δασκάλους και δασκάλες, όπως την αξέχαστη δασκάλα την  Ρεμτζιέ  Κουνελάκη, που δίδασκαν εκτός από  την Τουρκική γλώσσα και την ανάλογη ιστορία.

Έτσι μάθαμε να συνυπάρχουμε αρμονικά, τα Χριστιανάκια με τα Μωαμεθανάκια, να παίζουμε, να γελάμε, να αγαπάμε, αλλά και να διαφωνούμε και να τσακωνόμαστε για ασήμαντες, παιδιάστικες  λεπτομέρειες.

Με παρέα την Κοκόνα την Τουλαντά στο ίδιο θρανίο, που νωρίς την έχασα γιατί έφυγε για να παντρευτεί στην μακρινή  Αυστραλία,  με την Μαλαματένια Κανταρζή του φούρναρη, την Ρινούλα  Σαλαχώρη του παγωτατζή,  την Κοκώ Καλούδη,  καθώς και την Εμινέ την Οθωμανή, περνούσαμε  ατέλειωτες ώρες μαθημάτων και ατέρμονου, ξένοιαστου παιχνιδιού. Οι  τάξεις με τα τεράστια ξύλινα θρανία, τον μαυροπίνακα με τις κιμωλίες  και τα παιδιά στοιβαγμένα ανά τριάδες,  άδειαζαν στα διαλείμματα και οι μαθητικής φωνές πλημμύριζαν την  ευρύχωρη αυλή του.

Το κυνηγητό, η μπάλα, το κουτσό, τα μήλα, το πετράτο, τα πεντόβολα, διασκέδαζαν έστω  και για λίγα λεπτά τα παιδιά. Φυσικά  δεν έλειπε το δεκατιανό συσσίτιο, όταν όλα τα παιδιά, φορώντας τις μπλε Σχολικές ποδιές, έμπαιναν στη σειρά με ένα εμαγιέ κατσαρολάκι στο χέρι και περίμεναν τον επιστάτη να τους μοιράσει,  ζεστό γάλα και κίτρινο τυρί.

Κατά το μεσημεράκι όταν έπιαναν οι ζέστες περνούσε και ο παγωτατζής  ο Αντωνάκης ο Σαλαχώρης, ντυμένος στα λευκά, πάνω σ’ ένα πάλλευκο τρίκυκλο ποδήλατο ψυγείο.

Παγωτάααα!…   Ιμπραήηηημ!…. φώναζε και μαζεύονταν σαν τις μέλισσες  όλα τα μαθητούδια γύρω του, για  μια  δροσερή μπαλίτσα, καϊμάκι παγωτό, με μια δραχμή, φτιαγμένο από  τον μαέστρο της ζαχαροπλαστικής τον Ιμπραήμ Φαναρτζή.

Όταν σχολάγαμε βγαίνοντας  σταματούσαμε στο καροτσάκι του αξέχαστου Στέργου του   Καλούδη. Όλος ο μαγικός κόσμος της ζάχαρης, της σοκολάτας  και των ξηρών καρπών, ήταν συγκεντρωμένος μέσα στο ξύλινο καροτσάκι και με τη μισή αξέχαστη δραχμή, γίνονταν δικός μας, σε ένα χωνάκι από εφημερίδα.

Στο δρόμο μας για το σπίτι, ακούγαμε λαϊκές πενιές, που έβγαιναν από το καροτσάκι του Μπάμπη του Καραμπεσίνη. Αυτός πριν ανοίξουν με την αγαπημένη του παραδοσιακή αοιδό, Άννα Σαρρή   την πρώτη δισκοθήκη επί της Ιπποκράτους, γυρνούσε στις γειτονιές και πουλούσε τους δίσκους της Λύρας και της Κολούμπια.

Σε ένα αυτοσχέδιο καρότσι- ποδήλατο, ήταν ενσωματωμένο το τεράστιο πικάπ -γραμμόφωνο με μπαταρία.  Πάνω του έβαζε τα 45ρια  ή  τα μικρά μονά δισκάκια, για να αντηχούν στην γειτονιά οι τελευταίες λαϊκές επιτυχίες, με τις γεμάτες λυρισμό νότες του μπουζουκιού. Πρωταγωνιστές, ο Στέλιος Καζαντζίδης με την στεντόρεια φωνή του, η Πόλυ Πάνου, η Κέτη Γκρέη και  ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης.

Έβγαιναν από τις κρυψώνες τους, λεύτερες και παντρεμένες και  όσες  διέθεταν πικάπ, έκαναν δικά τους τα τελευταία νταλκαδιάρικα, τα καψουροτράγουδα!

Αξέχαστα χρόνια με τα απογεύματα να πηγαίνουμε σε ένα παιδικό  Καρουζέλ, που ήταν σταματημένο στον κενό χώρο, ανάμεσα την  φημισμένη Κλινική του Πέρου και στο ξακουστό ζαχαροπλαστείο του Ιμπραήμ Φαναρτζή.

Αυτή η Ιδιωτική Κλινική, έσωσε κόσμο και κοσμάκη, αφού στα μαγικά χέρια του αείμνηστου  και  πολύ-ιατρού  Θεόφιλου Πέρου, μοναδικού χειρουργού, αφέθηκαν  ασθενείς και έγκυες, από όλα τα Δωδεκάνησα.

Όλα αυτά τα ζούσαμε καθημερινά, όταν βγαίναμε από την αυλή του πιο αγαπημένου μας  Σχολείου, για να τρέξουμε το απόγευμα να φάμε νόστιμο σουβλάκι στα κοντινά σουβλατζίδικα του Μωρέ και του Μαχαιρά.

Δίπλα στο ιστορικό  Σχολείο μας,  βρίσκονταν  τα θερινά σινεμά το RΕΧ,  που έγινε η ντίσκο ‘Φάσιον’ και το σινεμά Άστρο, που αργότερα έγινε ξενοδοχείο.

Τότε που ούτε τηλεόραση υπήρχε, ούτε διαδίκτυο, ούτε και  ηλεκτρονικά παιχνίδια, για να κολλάνε με τις ώρες τα παιδιά, περιμέναμε πως και πως, να φέρει το σινεμά   την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, να απολαύσουμε τα ‘’Χτυποκάρδια στο θρανίο’’, ξεκουνίζοντας ατέλειωτο πασατέμπο.

Άλλοτε πάλι ακούγαμε τι τελευταίες μουσικές επιτυχίες, μέσα από τις Αμερικάνικες ταινίες, με πρωταγωνιστή τον Έλβις Πρίσλει. Αν τύχαινε και ερχόταν περιοδεύον θεατρικός θίασος, αναλάμβανε  η ντουντούκα του αξέχαστου Μπουρνή, να ενημερώσει όλες της ήσυχες γειτονιές της όμορφης  Κω.

Για να μην  μου παραπονεθούν οι αγαπητοί αναγνώστες ,  θα αναφέρω και τα άλλα δυο  θερινά σινεμά, που ήταν το Σπλέντιτ και το Κεντρικό,  μαζί με τον Δημοτικό κινηματογράφο Ορφέα, χειμερινό και θερινό.

Εκείνα τα αξέχαστα χρόνια όταν έκλεινε το Σχολείο, διασκεδάζαμε με ατέλειωτες ώρες ποδηλασίας ή θαλασσινού μπάνιου, στην κοντινή  παραλία, δίπλα στο εργοστάσιο τοματοπελτέ της οικογένειας Νομικού και  παίζαμε ξένοιαστα στην αυλή του Αγίου Παύλου ή του Σχολείου μας. Τότε οι γείτονες δεν φοβόταν να αφήσουν το καλοκαίρι τα παράθυρα τους ανοιχτά ή να κοιμηθούν στα μπαλκόνια τους, χωρίς να έχουν ανάγκη ανεμιστήρες και αιρκονίσιον και αισθάνονταν απόλυτα ασφαλείς.

Αποσπερίζαμε στις φιλήσυχες γειτονιές,  με  δροσερό καρπούζι  και μελωμένο πεπόνι, κάτω από την κληματαριά και το αγιόκλημα της δικής μας ανθισμένης αυλής.

Περιμέναμε το πρωί τον γυρολόγο, για  να πάρουμε φρούτα ή ψάρια,  που τα διαλαλούσε στους γύρω δρόμους. Λέγαμε ‘καλημέρα’ όλοι μεταξύ μας, χωρίς να ξεχωρίζουμε δικούς μας και ξένους. Κυκλοφορούσαμε, χωρίς να φοβόμαστε τίποτα και κανέναν. Στο υποβαθμισμένο όπως  το ήθελαν πολλοί Κούμπουρνο και στο Σχολείο το  Ασίλο ή Λασίνο, μάθαμε σωστά τα πρώτα  μας γράμματα,  αλλά προπάντων  μάθαμε την φιλοξενία και την ανθρωπιά,  που μας μετέδωσαν οι γονείς και οι αξέχαστοι δάσκαλοι μας.

 

Ξανθίππη Αγρέλλη

Η ανωνυμία είναι το καλύτερο κρησφύγετο δειλίας και χυδαιότητας!
Σχόλια 0

Πρόσθεσε ένα σχόλιο

× ExpImage

ΕΞΟΔΟΣ