Είναι κοινά παραδεκτό πλέον ότι η Ελλάδα, όπως και η ανθρωπότητα, περνάει μία πρωτοφανή κρίση, την οποία η κυβέρνηση διαχειρίζεται με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες από τον περασμένο Μάρτιο. Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι όλες οι πρωτοβουλίες και όλες ανεξαιρέτως οι ενέργειες πέτυχαν, ούτε ότι δεν έγιναν παραλείψεις ή λάθη τα οποία άπαντες παραδέχθηκαν και έσπευσαν να διορθώσουν. Είναι άλλωστε μία δυναμική διαδικασία με απρόβλεπτη εξέλιξη και διακύμανση. Όλοι όμως μπορούν να συνομολογήσουν ότι στην κρίση αυτή, η αξιωματική αντιπολίτευση αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων και της εμπειρίας που θα έπρεπε να έχει αποκομίσει μετά από 4,5 χρόνια μνημονιακής διακυβέρνησης της χώρας.
Σε κάθε ενέργεια και πρωτοβουλία της κυβέρνησης, έσπευδε να κάνει πλειοδοσία. Όταν έπρεπε να ληφθούν μέτρα ασκούσε εκ του πονηρού κριτική τροφοδοτώντας με επιχειρήματα τους κάθε λογής αμφισβητίες. Όταν έκλειναν το σχολεία, ρωτούσε γιατί κλείνουν και όταν άνοιξαν έλεγε να μην ανοίξουν. Τα ίδια και στον τουρισμό. Κάθε μήνα πρότεινε να δώσει το κράτος όλα τα χρήματα από τα αποθεματικά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανεπάρκειας της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι το πρόσφατο σχέδιο νόμου του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής το οποία ήρθε να καλύψει ένα κενό δεκαετιών στην νησιωτική πολιτική της Ελλάδας, η οποία μέχρι σήμερα δεν υπήρχε. Αντί να συνδράμει με προτάσεις και ένα οργανωμένο σχέδιο αναλώθηκε για ακόμα μία φορά σε ανέξοδη κριτική. Έφτασε στο σημείο να ξεχάσει ότι επί δικής της διακυβέρνησης σταμάτησαν να ισχύουν οι μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές. Δόθηκαν ως αντάλλαγμα για να ισοσταθμιστεί η ζημιά που προκάλεσε η διαπραγμάτευση του 2015.
Αντί για μία αντιπολίτευση που καταθέτει προτάσεις στην κυβέρνηση, έχουμε μία αντιπολίτευση που καταθέτει μηνύσεις σε δημοσιογράφους. Αναφέρομαι στις αγωγές του Αλέξη Τσίπρα προς τον Γιάννη Κουρτάκη και τον Γιώργο Παπαχρήστο. Η αξιωματική αντιπολίτευση συντάσσεται πίσω από τον αρχηγό της σε μία προσπάθεια να φιμωθεί κάθε φωνή και κάθε γραφίδα, που λέει και γράφει αντίστοιχα, οτιδήποτε δεν αρέσει στην ηγεσία. Δεν είναι ζήτημα του τι γράφεται, το ζήτημα είναι ότι γράφεται και είναι μία πράξη που εντάσσεται και αποπνέει τη λογική του «την επόμενη φορά θα είναι αλλιώς». Την προηγούμενη φορά δεν δίστασαν να δώσουν εντολή για τη σύλληψη δημοσιογράφων μέσα σε εφημερίδα, στην αντιπολίτευση απαιτούν εξοντωτικές αποζημιώσεις. Η επόμενη φορά θα αποτελεί μία πρόκληση όχι για τους ίδιους αλλά για τη δημοκρατία και τους θεσμούς αν αναλογιστεί κανείς τις αλησμόνητες δηλώσεις για τον έλεγχο των αρμών της εξουσίας και το ότι κάποιοι πρέπει να μπουν φυλακή για να κερδηθούν οι εκλογές.