Τον θυμάμαι πολύ αμυδρά, με την παραδοσιακή νησιώτικη βράκα, να ανεβοκατεβαίνει τα πέτρινα, κακοτράχαλα σοκάκια του ορεινού χωριού Ασφενδιού, με τις πέντε ενορίες.
Ο αξέχαστος Αλκηβιαδάκης Χατζηνικολάου, είχε εκλεγεί τότε κοινοτάρχης στο χωριό Ασφενδιού το 1963. Ήταν δε για εκείνα τα χρόνια του τόσο ικανός, που έμεινε μέχρι και το 1977. Ακόμη και η ‘χούντα,’ τον σεβάστηκε και τον κράτησε. Στις εκλογές που ακολούθησαν, πήρε μέρος και ο γιος του ο Μιχάλης Χατζηνικολάου και για λίγους ψήφους έχασε την θέση από τον γιατρό του χωριού, τον πολύ δραστήριο Μιχάλη Διακομανώλη, που διοίκησε τον τόπο σε δύσκολες στιγμές.
Ο Αλκιβιάδης ο Χατζηνικολάου, ήταν γόνος της μεγάλης, αρχοντικής και πλούσιας οικογένειας των Χατζηνικολούδων, με απέραντα αμπέλια και ελαιώνες. Με την σύζυγο του Κοκώνα, απέκτησαν μια θυγατέρα και τρεις υιούς. Επίσης απέκτησαν και τον δραστήριο εγγονό, τον νεότερο κ. Αλκιβιάδη Χατζηνικολάου, Ακαδημαϊκό, ο οποίος συμμετείχε σε εκλογικές αναμετρήσεις, για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αποτελεί μεταξύ άλλων και ενεργό και δραστήριο μέλος της τοπικής οργάνωσης, της Νέας Δημοκρατίας, της οποίας υπήρξε και πρόεδρος για πολλά χρόνια.
Ο αείμνηστος γιατρός Μιχάλης Διακομανώλης, ήταν και αυτός εξίσου αγαπητός και δραστήριος στο χωριό. Ακολούθησε ο αξέχαστος Αντώνης ο Νικηταράς, που διατέλεσε κοινοτάρχης επιτυχημένος. Τα πολιτικά βήματα του, ακλούθησε ο υιός του, σημερινός Δήμαρχος του νησιού μας κ. Θεοδόσης Νικηταράς.
Ένας ξεχωριστός κοινοτάρχης και μετέπειτα Δήμαρχος για πέντε τετραετίες στο Ασφενδιού, μαζί με το Ζιπάρι, ήταν ο αξέχαστος και πολύ δραστήριος Κώστας Κιαπόκας. Μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων έφτιαξε πολλά έργα, ιδιαίτερα στο νεόδμητο χωριό Ζιπάρι. Κυρίως δε, φρόντισε την ύδρευση του νεοσύστατου, πεδινού χωριού, μεταφέροντας το πηγαίο, πλούσιο νερό της Κεφαλόβρυσης από την ορεινή Ζιά.
Όσες φορές ανεβαίνω, τον φιδίσιο ανηφορικό δρόμο, του χωριού μου, ο χρόνος με ταξιδεύει πίσω. Με φέρνει σε εκείνα τα χρόνια, που το αγαπημένο μου χωριό, το Ασφενδιού, από τον Ασώματο, μέχρι και τον Αη Δημήτρη, στις Χαηχούτες, έσφυζε από ζωή. Και τι δεν μου θυμίζει το χωριό μας! το παραδοσιακό, παπαδόσπιτο όπου μας φιλοξενούσε η Εκκλησία, για λίγα χρόνια, με το ξύλινο μπαλκόνι και την χαλικόστρωτη αυλή; Τον αρχοντικό πύργο του Μωρέ με τα πολλά παράθυρα, που βλέπουν προς την οροσειρά του Δικαίου; Κολλημένο δίπλα στο σπίτι μας, είναι αυτό το αρχιτεκτονικό, αριστούργημα και μέχρι σήμερα η οικογένεια του αξέχαστου, Πέτρου Χατζημιχάλη, το διατηρεί σε άριστη κατάσταση.
Δεν ξεχνώ τον προεκλογικό πυρετό, που είχε καταλάβει όλους τους συμπαθέστατους κατοίκους του χωριού, για την εκλογή νέου κοινοτάρχη.
Παράλληλα παντού με κυνηγάνε, οι θύμισες στο αγαπημένο μου Ασφενδιού. Τι να πω, για το καφενείο ‘Καζίνο’, με τις ερασιτεχνικές τοιχογραφίες, του Παντελή του Σαλαχώρη; Αυτός ο αυτοδίδακτος, ζωγράφος και λαουτιέρης, άφησε ανεξίτηλη, την καλλιτεχνική παρουσία του, στο χωριό μας.
Όσο για την ιστορική, Εκκλησία του Ασωμάτου Αρχαγγέλου Μιχαήλ, είναι το στολίδι του Ασφενδιού. Πλαισιωμένη, με ευωδιαστές νεραντζιές και πορτοκαλιές, με τα κελιά, που κάποτε αποτελούσαν το πρώτο μεταπολεμικό Σχολείο, γεμίζει κάθε Κυριακή από πιστούς. Αυτοί ανηφορίζουν στο Ασφενδιού, για να προσκυνήσουν, την μεγάλη Θαυματουργή Εικόνα, του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και να ακούσουν την γλυκόλαλη καμπάνα, από το πανύψηλο καμπαναριό, που χαρακτηρίζει όλο το χωριό. Σε αυτό το χωριό, που μυρίζει εκατόφυλλες τριανταφυλλιές, στις ανθισμένες αυλές, με τ’ αμέτρητα γεράνια, μεγαλώσαμε. Στο εξατάξιο Σχολείο, που για στολίδι του, έχει τον ψηφιδωτό κόκορα, μάθαμε το πρώτο μας αλφαβητάρι.
Κρίμα, που ένα τέτοιο ζωντανό χωριό, το ρήμαξε η λαίλαπα της μετανάστευσης, του 1960-1970. Οι περήφανοι και φιλόξενοι, Ασφενδιανοί, δεν μπόρεσαν να αντέξουν, την φτώχεια και την ανέχεια και τράβηξαν το δρόμο, της πικρής ξενιτιάς. Εκεί μπορεί να έφτιαξαν το βιός τους, αλλά το χωριό τους, δεν το ξέχασαν. Σήμερα τα περισσότερα σπίτια, στο Ασφεδιού, ερήμωσαν. Έχτισαν όμως οι φιλόπονοι μετανάστες, στο Ζιπάρι, ένα νέο πεδινό χωριό. Μέχρι και Εκκλησία, κατάφεραν και έφτιαξαν. Τον περικαλλή Ιερό Ναό της Αναλήψεως του Χριστού, που πλημμυρίζει πάντα από πιστούς.
Το πανέμορφο χωριό Ασφενδιού, σκαρφαλωμένο στους πρόποδες του Δικαίου, βρέχεται από τον ποταμό Καπηλιανό και δροσίζεται από την αστείρευτη, πηγή της Κεφαλόβρυσης.
Αμέτρητες καρυδιές, απέραντοι ελαιώνες, αγκαλιάζουν την ενορία του Λαγουδιού, με την Εκκλησία της Παναγιάς, στο κέντρο. Με την μυρωδιά, της δάφνης και της λυγαριάς, να μας συντροφεύει, κατηφορίζουμε ως την Εκκλησία της Ευαγγελίστριας. Βρίσκεται εκεί, στην μεγάλη Πλατεία, απέναντι από το παλιό Λιοτρίβι και δίπλα στο παραδοσιακό καφενεδάκι. Πιο πάνω, στη γραφική Ζιά, η Ιερά Μονή των Σπονδών, το Ιερό Κουβούκλιο της Κοίμησης της Παναγίας, μας περιμένει για ιερό προσκύνημα.
Μπορεί μέσα από τα ερειπωμένα, σπίτια του Ασφενδιού, σήμερα να φυτρώνουν, η κάπαρη και τα αγριολούλουδα, αλλά πίσω από τις σφαλιστές πόρτες, υπάρχει και μια διαφορετική γλυκόπικρη ιστορία. Την διηγούνται τα πανύψηλα πεύκα, τα υπερήφανα κυπαρίσσια, οι αιωνόβιες ελιές και οι δασύφυλλοι ευκάλυπτοι, στις άκρες των χωραφιών.
Το ασύγκριτο φυσικό κάλλος, αυτού του εκπληκτικού χωριού, είναι μοναδικό και αξεπέραστο. Ας το σεβαστούμε και ας μην καταστρέψουμε, ένα τέτοιο φανταστικό περιβάλλον, για λίγα χρήματα. Να σταματήσουμε, την υπερβολική και αλόγιστη δόμηση, που αλλοιώνει την ορεινή ομορφιά και την αυθεντική, προσωπικότητα του χωριού μας. Ξεπουλώντας το, ξεπουλάμε την ιστορία μας και σβήνουμε την παράδοση μας. Σε αυτό το ζήτημα πρέπει να συμβάλλει θετικά και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ώστε να προστατέψουμε αυτό τον οικολογικό θησαυρό. Το Ασφενδιού, το δανειστήκαμε, για λίγα χρόνια και πρέπει να το παραδώσουμε, όμορφο και φυσικό, όπως είναι, στα παιδιά μας. Καιρός να εμποδίσουμε, με κάθε δυνατό μέσο, όσους ανάλγητους κερδοσκόπους, που θέλουν να το καταστρέψουν. Το Ασφενδιού το αγαπημένο χωριό μας, αλλά και τα παιδιά μας, κάποτε θα μας χρωστάνε, μεγάλη ευγνωμοσύνη. Διότι άλλο το χωριό και άλλο η πόλη. Πολλές φορές, η οικολογική ανησυχία και ο σεβασμός στο περιβάλλον, ερμηνεύονται με ιδιαίτερο τρόπο.
Είναι σε όλους γνωστό, ότι το περιβάλλον, δηλ το ίδιο το σπίτι μας, κινδυνεύει. Θα πρέπει να το προστατέψουμε, πρώτα από τον εαυτό μας και μετά από όλους τους άλλους, που το καταστρέφουν. Μήπως ο εαυτός μας έγινε άπληστος, αδιάφορος και ασεβής, προς το περιβάλλον;
Μήπως νομίζουμε, ότι εμείς θα ζήσουμε αιώνια, με τα βουνά και για αυτό καταστρέφουμε, τα ίδια τα βουνά; Για αυτό προτεραιότητα μας θα πρέπει να είναι η προστασία του πολύτιμου δάσους, όπως αυτό της Ζιας.
Όταν λέμε χωριό, εννοούμε ένα ζεστό, φιλόξενο συνοικισμό, με χαμηλόκτιστα σπίτια, με ανθισμένες αυλές και χαλικόστρωτα σοκάκια. Αυτή είναι η ομορφιά, του χωριού. Η ζεστασιά, η γαλήνη, η φιλοξενία και η αμεσότητα, που έχει. Το φυσικό περιβάλλον του χωριού, είναι που το κάνει ελκυστικό, στους κατοίκους και στους επισκέπτες του, αντίθετα με την πόλη.
Όταν λέμε πόλη, εννοούμε κυρίως, μεγάλα άψυχα κτήρια, που φυλακίζουν στα διαμερίσματα- κουτιά, τις ανθρώπινες ψυχές. Λόγο του υπερπληθυσμού και της οικονομικής δυσπραγίας, τα διαμερίσματα, είναι μια λύση για να στεγάσουν του κατοίκους μιας πόλης. Αυτή την αναγκαία λύση, δεν σημαίνει ότι θα τη μεταφέρουμε και στα χωριά, αλλοιώνοντας την παραδοσιακή εικόνα τους, αλλά ούτε να προσβάλουμε και το ευχάριστο περιβάλουν, που μας προσφέρουν. Επίσης όταν λέμε πόλη, εννοούμε μεγάλους δρόμους, γεμάτους με φασαρία, αυτοκίνητα και φωτεινούς σηματοδότες. Στην πόλη θα βρούμε, στοιβαγμένα πολυάριθμα, καταστήματα, εστιατόρια, ξενοδοχεία και κάθε είδους, δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες. Ακόμη στην πόλη θα συναντήσουμε, την αποξένωση, αφού δεν γνωρίζουμε, ποιος μένει, στην απέναντι πόρτα μας. Εκεί θα ζήσουμε και τον αγχώδη τρόπο ζωής, αφού οι αποστάσεις είναι μεγάλες, ενώ οι δουλειές και οι υποχρεώσεις μας κυνηγούν, αντί να τις κυνηγάμε, για να τα προλάβομε όλα.
Η αστυφιλία, των προηγούμενων ετών, γεννήθηκε από την ανάγκη της μετανάστευσης, για εύρεση εργασίας, στα μεγάλα αστικά κέντρα. Σήμερα πολλοί εγκαταλείπουν, τις πολύβουες πόλεις και επιστρέφουν πάλι πίσω στα χωριά. Κάπου ένα ξεχασμένο, οικογενειακό κτήμα ή ένα παλιό εγκαταλειμμένο, σπίτι του παππού, μετατρέπεται με την ανάλογη ανακαίνιση, σε φιλόξενο χώρο, διαμονής και πολλές φορές και εργασίας. Δεν είναι τυχαίο, που νέα παιδία και νέοι γονείς, καθώς και πολλοί μετανάστες, από το εξωτερικό, επιλέγουν την φιλόξενη και γαλήνια αγκαλιά, του χωριού τους και επιστρέφουν. Κανένας δεν έχει αντίρρηση, να ξαναζωντανέψουν τα χωριά. Να ανακατασκευαστούν ή να χτιστούν νέες κατοικίες, είτε προς φιλοξενία των ξένων, είτε για ίδια χρήση και μόνιμη κατοικία.
Όμως είναι κρίμα, στο βωμό του κέρδους, να μετατρέψουμε τα γραφικά χωριά μας, σε αφιλόξενες πολιτείες.
Ένα καλό παράδειγμα, αποτελεί η ενορία στο Λαγούδι. Εκεί όλα τα σπίτια σχεδόν έχουν ανακαινισθεί, με σεβασμό στον οικισμό του χωριού. Είναι χαμηλόκτιστα, με πετρόκτιστες αυλές και με τα σοκάκια τους χαραγμένα έτσι, ώστε να εξυπηρετούν με ευκολία, του ντόπιους κατοίκους και ξένους επισκέπτες. Το ίδιο συμβαίνει και στη Ζιά, που κράτησε τον παραδοσιακό χαρακτήρα της. Εκτός από ένα δυο τερατουργήματα- ανοσιουργήματα, από μπετόν, που ευτυχώς δεν συνεχίστηκαν, η Ζιά, είναι ένα ελκυστικό, ορεινό χωριό.
Η ενορία Ασωμάτων Ασφενδιού, θα πρέπει να ξαναγεννηθεί μέσα από τα ερείπια της, με σεβασμό στα σχέδια για ήπια δόμηση. Με χαμηλά σπίτια και οικοδομές, που δεν θα προσβάλουν τον οικισμό, ούτε θα κρύβουν την μοναδική, ιστορική Εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Αλλά ούτε τα θηρία από μπετόν, θα κόβουν τον αέρα, στα διπλανά χαμηλόκτιστα σπίτια. Το Ασφενδιού, θα πρέπει να γίνει ξανά, ένα από τα πιο όμορφα χωριά, αν το προσέξουμε. Συμφέρον μας είναι, να κρατήσουμε την παραδοσιακή εικόνα, του χωριού μας. Αλλιώς κανείς δεν θα θέλει να αγοράσει, ένα σπίτι σε ένα χώρο καλυμμένο από άκομψα μπετόν, ούτε να επισκεφτεί ένα χωριό, που του θυμίζει μεγαλούπολη, με τα άψυχα θηριώδη κτήρια γύρω του. Όταν η εκμετάλλευση του χώρου, γίνει σωστά με σεβασμό στον περιβάλλοντα χώρο, τότε θα έχει και τα καλλίτερα αποτελέσματα…. Διότι όσοι επιχείρησαν, το γρήγορο και εύκολο κέρδος, έκτισαν παλάτια στην άμμο……
Για να μην αδικήσουμε και τους υπόλοιπους κοινοτάρχες, θα αναφερθούμε στην ενοποίηση των τριών Δήμων στην αρχή, σύμφωνα με την νομοθεσία Καλλικράτης, για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Έτσι υπηρέτησαν με ζήλο και με όσες οικονομικές δυνάμεις διέθεταν στα ταμεία τους, στον ενιαίο Δήμο Ηρακλειδών, Αντιμάχεια, Καρδάμαινα, Κέφαλος, οι ικανοί Δήμαρχοι. Κωνσταντίνος Παπανικολάου, Θεοδόσης Βαρκάς, Στέργιος Μπίλλης.
Στον ενιαίο Δήμο Δικαίου, Ασφενδιού, Ζιπάρι και Πυλί, υπηρέτησαν με μεγάλη επιτυχία μετά τον αείμνηστο Γαληνό Φλάσκο, ο αξέχαστος Κώστας Κιαπόκας, ο κ. Βασίλης Χατζηγιακουμής, και ο κ. Μιχάλης Χατζηκαλύμνιος. Ώσπου έγινε όλο το νησί ένας Δήμος και προσέφεραν σε αυτό τις άοκνες υπηρεσίες τους ο κ. Κώστας Καίσερλης, με τριακονταετή πολιτική θητεία, ο κ. Γιώργος Κυρίτσης με οκταετή και ο τελευταίος που φροντίζει τον ενιαίο Δήμο του νησιού μας, ο σημερινός Δήμαρχος Κω, κ. Θεοδόσης Νικηταράς.
Ξανθίππη Αγρέλλη (5/2/2021)