Τα Χαλουβαζιά ήταν ένας μαχαλάς της παλιάς πόλης της Κω που κρατήθηκε και δεν έπεσε στον σεισμό του 1933. Εκεί μέσα ακμάσανε τα επαγγέλματα που εξυπηρετούσανε τους Κώους λεσπέρηδες, αλετράδικα, σαμαρτζίδικα, σιδηρουργεία, τσαγκαράδικα, ραφεία, ξυλουργεία, ψιλικατζίδικα, εμπορικά μαγαζιά, φούρνοι και άλλα διάφορα μαγαζιά.
Το όνομα χαλουβαζιά το πήρανε από κάποιο ζαχαροπλαστείο που είχε εκεί κάποιος Τούρκος ζαχαροπλάστης ο Χασάν Τσαούσης, που είχε μύλο και τον γύριζε γάδαρος και άλεθε το σουσάμι και έκανε τον χαλουβά της χώρας έτσι τον λένε για να τον ξεχωρίζουν από τον χαλβά του σπιτιού. Σήμερα ο δρόμος που διανύει τα χαλουβαζιά λέγεται οδός Ηφαίστου, ίσως από τα πολλά σιδηρουργεία και ντεμετζίδικα που λειτουργούσαν εκεί, μες στα χαλουβαζιά, που τα πιο πολλά ήταν Τούρκικα.
Θα αρχίσουμε από τη θέση σαράγια, όπως τα λέμε σήμερα, είσοδος της παλιάς πόλης, πίσω από τον Ορφέα και θα ανέβουμε μέχρι την οδό Ελ. Βενιζέλου πάνω. Όλα τα μαγαζιά εκεί ήταν το κάθε ένα με το επάγγελμα του. Αρχίζω από την δεξιά πλευρά και ανεβαίνουμε το πρώτο δεξιά ήταν το καφενείο του Μουσταφά Κουστίν, αργότερα το είχε γαλατάδικο ο Κεμάλ Πασαλής. Το επόμενο ήταν το παπουτσίδικο του Χασάν Σαρρή και το επόμενο ήταν το παπουτσίδικο του Νικολιού του Πασσά. Δίπλα ήταν το εμπορικό μαγαζί του Σταμάτη του Μουζάκη που πουλούσε δέρματα Κώτικα που τα επεξεργαζόταν ο αδελφός του ο Παναγιώτης στο βυρσοδεψίο εκεί στους δύο μύλους, που ήταν απέναντι από εκεί που ναι σήμερα η Μαρίνα. Δίπλα από του Μουζάκη ήταν το κουρείο του Στρατή του Μουζουράκη. Μια εποχή εκείνο το μαγαζί το είχε ανοίξει ραφείο ο Αντώνης ο Σταματιάδης, ο αρχηγός.
Μετά ήταν το στρογγυλό μαγαζί του Χασάν Τσαούση, εκεί μέσα έκανε το χαλβά. Πιο γρήγορα το είχε εκεί ένας πρακτικός γιατρός Τούρκος ο Σίκουσους, ο οποίος ήτανε και πρακτικός γιατρός, όποιος είχε πίεση του βαζε βδέλλες πίσω από το λαιμό, του απορροφούσαν το αίμα και έπεφτε η πίεσή του. Τους παχύσαρκους τους έκανε κοφτές βεντούζες, τους έπαιρνε το αίμα για να μην πάθουν κάποιο εγκεφαλικό. Το ίδιο μαγαζί το είχε εμπορικό κάποιος Χαστανιός Φερρής και πουλούσε μπακίρια και κουδούνια των μαντριών.
Μετά το αγόρασε ο Διονύσης ο Κοκορογιάννης και το έκανε τουριστικό μαγαζί όταν όλα τα Χαβουλαζιά γίναν τουριστικά. Δίπλα και πιο δυτικά ήταν το μηχανουργείο του Ανδρέα του Γεράνη που δουλεύαν εκεί μέσα οι 3 γιοι του. Ο Αριστοτέλης, ο Στέλιος και ο Αντώνης. Ο Αντώνης σκοτώθηκε όταν εξερράγη η φιάλη μες στα Χαλουβαζιά, ένα περιστατικό που το θυμάμαι και γω. Ο Γεράνης που ήταν Σαμιώτης, ήρθε στην Κω και ήταν και ο πρώτος που έφερε την ηλεκτροκόλληση στην Κω. Απέναντι από τον Γεράνη ήταν το ξυλουργείο του Φισέκα.
Ανεβαίνοντας την Ηφαίστου πάντα κρατώντας την δεξιιά πλευρά, δίπλα ήτανε ένας παλιός Μουσουλμανικός τάφος, ήταν ένας τεράστιος πρίνος και την γειτονιά εκείνη την λέγαν ο Πρίνος. Ήταν το φαναρτζίδικο του Αλή του Φαναρτζή και δίπλα του σιδηρουργείου του Αχμέτ του Σαπρί. Μτά ήταν το μαγαζί του Μουσταφά Καβαντζή, πατέρα του Μουκατέρ και πουλούσε γιαλικά. Πιο πάνω ήταν το τσαγγαράδικο του Ομέρ Τερζόγλου, εκεί μέσα δουλεύαμε ο Αχμέτ Μερακλής και ο Αχιλλέας Κεντούρης. Μετά είχε ένα μικρό τζαμί χωρίς μιναρέ και δίπλα ήταν τα μαραγκούδικο του Αχμέτ Μαραγκού. Μετά πήγε σε κείνο το μαγαζί ο Χαμπίς Παϊζάνογλου, πεθερός του Κιαμίλ Χατζημουεζίν. Πιο πάνω ήταν το παπουτσίδικο του Θεοδόση του Γιαλούση του Τεβέ και από πάνω έμενε ο ίδιος με τη γυναίκα του την Λουίζα που πάντα ήταν τσακωμένοι και ξεσηκώναν την γειτονιά στο πόδι.
Δίπλα ήταν το σπίτι του Ασλάνη του Τσάμπαλα του καφετζή. Μετά ήταν το σπίτι του Στάθη του παραγγελιοδόχου, και μετά ήταν ένα τσαγγαράδικο του Μαστροχαραλάμπη και το τελευταίο γωνιακό ήταν το αρχοντικό σπίτι του Γιάννη του Σταματιάδη του Γρη, η γυναίκα του ήταν η Ευαγγελία η Σαμαρά. Τα παιδιά του ήταν ο Γιώργης, ο Σωτήρης, ο Αντώνης, η Διονυσία, η Πολυξένη και η Μαριγώ.
Πάμε τώρα από κάτω από τον Ορφέα για να πιάσουμε την αριστερή πλευρά του δρόμου. Στην γωνιά αριστερά ήταν το ντουλαποπήγαδο του Παντελή του Σαμαρά με δυο μεγάλες μεξασιές από πάνω και δίπλα ήταν το ποδηλατάδικο του Γιάννη του Μαλαματένη και πιο πάνω το ψιλικατζίδικο του Σερίφ Κοτζαογλάν. Και δίπλα το καφενείο του Ασλάνη του Τσάμπλλα με τους βασιλιάδες και τις βασίλισσες στολισμένες στους τοίχους της Ελλάδας και της Ιταλίας και καπνισμένο από την πολύ τσιγαρίλα και καπνίλα. Δίπλα ήταν το χρυσοχωείο του Γιώργη Χατζηνικήτα του Κουμουζή, παλιός επίτροπος του Αγ. Νικολάου, εκείνος οργάνωνε τα πανηγύρια στα ξωκλήσια. Όταν πέθανε το μαγαζί εκείνο το άνοιξε ραφείο ο Βασίλης ο Βογιατζής, που είναι ο μόνος που ζει ακόμα απ’ όσους αναφέραμε, έραβε και τις παραδοσιακές Κώτικες τραγιάσκες. Και πιο πάνω ήτανε το σαμαρτζίδικο του Ρεσάτ Πασαλή. Και μετά ήταν ο φούρνος του Ιωαννίδη που τον δούλευε ο Γιάγκος ο Πετιμεζάς και μετά το σεισμό το δούλευε ο Θοδωρής ο Περεζούς και αργότερα ο Γιώργης ο Καννάς. Μετα ήτανε το παπουτσίδικο και ραφείο μαζί του Χιλμί Κοτζαογλάν, πατέρας της σημερινής προέδρου του Βακούφ. Εκεί μέσα δούλευε και ένας ράφτης ο Στράτος. Μετά ήταν ένα παλιό μαγαζί του Μαστοράκη που το αγοράσαν οι αδελφοί Τρουμούση Γιάννης και Τάσος, τώρα το έχουν οι γαμπροί του Τάσου Πέτρος και Αντώνης τουριστικό μαγαζί. Δίπλα ήταν το μαγαζί του Αλή Κοβατζής και δίπλα της Πολυξένης του Καβουρμά και δίπλα ήταν το σπίτι της Κοντής Πέτσαλη και το σπίτι του Χασάν Μιμέτογλου, γιος της δασκάλας και τελευταίο ήταν το γωνιακό μαγαζί του Μουζάκη, πατέρα του Παναγιώτη κορδελιάστρη και της Τουλής.
Εκεί μέσα ήτανε συσσωρευμένα όλα τα επαγγέλματα σιδηρουργοί, που φτιάχναν όλα τα γεωργικά εργαλεία των γεωργών της Κω. Με τα εργαλεία εκείνα άνθιζε η παραγωγή της Κω και ζούσαν όλοι και κανένας δεν πεινούσε. Όλοι οι αλετράδες οι ντεμετζήδης,, οι σιδεράδες, ήταν όλοι Τούρκοι. Μέχρι και σήμερα εάν καλλιεργεί κάποιος είναι Τούρκος.
Κάποια εποχή είχα καιρό να περάσω από τα χαλουβαζιά και όταν πέρασα μια μέρα, είπα καλύτερα να μην περνούσα. Έριξα την ματιά μου από κάτω μέχρι πάνω και όλα ήταν στολισμένα με τουριστικά μαγαζιά σαν πολλά νυφοστόλια και αποτελούσαν ένα ατελείωτο νυφοστόλι που άρχιζε κάτω από τον Ορφέα μέχρι την οδό Βενιζέλου. Χορτάσαν τα μάτια μου να βλέπουν νυφοστόλια. Ήταν κακό σημάδι και τρόμαξα αυτό που είδα, ήταν το τέλος της παραγωγής της Κω.
Εγώ τους τα λέω κατάμουτρα όσοι αμφιβάλλουνε και τους λέω ότι βρέστε μου εσείς ένα Ρωμιό να κάνει τη δουλειά που κάνει το «Μάννα» του Τζαμάλ Σακκήογλου στο Κερμεττέ και όχι μόνο, και να μου βρείτε ακόμα ένα να ανοίξει ένα εστιατόριο να δουλεύει όπως δουλεύει το εστιατόριο του Αλή Χατζησουλεϊμάν στην οδό Αρτεμησίας. Πριν το σεισμό είχε και ελαιοτριβείο στα Χαλουβαζιά αλλά εγώ δεν το πρόλαβα.
Οι Τούρκοι στην πιάτσα, στο αλισβερίσι και στις καλλιέργειες δεν πιάνονται.