Η παραπάνω φράση δεν είναι απλώς μια αθώα παραδοχή ,αποτυπώνει την απροθυμία ή μήπως την αδυναμία (;) ορισμένων επιχειρηματιών να ασχοληθούν με την ηλεκτρονική τους αλληλογραφία, συνήθως με την επίκληση της έλλειψης χρόνου. Γιατί, λοιπόν, αρκετοί επαγγελματίες αποφεύγουν τα email τους; Μήπως τελικά ο χρόνος δεν είναι το πραγματικό πρόβλημα;
Τα στοιχεία της Eurostat αποκαλύπτουν ότι μόλις 52,4% των Ελλήνων πολιτών ηλικίας 16-74 διαθέτουν τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες, έναντι περίπου 56% του μέσου όρου στην ΕΕ . Με άλλα λόγια, σχεδόν ένας στους δύο Έλληνες δεν διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις για να αξιοποιεί αποτελεσματικά τεχνολογίες όπως email, προγράμματα υπολογιστών ή ψηφιακές εφαρμογές . Η χώρα μας κατατάσσεται στη δεκάδα των χαμηλότερων επιδόσεων στην Ευρώπη σε αυτόν τον δείκτη , όταν χώρες όπως η Ολλανδία και η Φινλανδία ξεπερνούν το 80% στον πληθυσμό με βασικές δεξιότητες. Αν και τα τελευταία χρόνια παρατηρείται βελτίωση , το πρόβλημα του ψηφιακού αναλφαβητισμού παραμένει. Ειδικότερα, οι μεγαλύτερες ηλικίες και οι κάτοχοι μικρών επιχειρήσεων που ανήκουν σε αυτές, εμφανίζουν υστέρηση στην εξοικείωση με την τεχνολογία. Στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου , μια κατεξοχήν τουριστική περιοχή με εκατοντάδες μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις ,παρότι η διείσδυση του διαδικτύου στα νησιά πλησιάζει πλέον τον εθνικό μέσο όρο, πολλές επιχειρήσεις συνεχίζουν να βασίζονται περισσότερο στο τηλέφωνο και την δια ζώσης επαφή, παρά στο email ή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για την επικοινωνία με πελάτες και συνεργάτες. Ωστόσο, τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν μπορεί να περιμένει: για παράδειγμα, μόλις 43,3% των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει επιτύχει ένα βασικό επίπεδο χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών , ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (57,7%) . Η “ψηφιακή υστέρηση” αυτή μεταφράζεται σε χαμένες ευκαιρίες επικοινωνίας αλλά και ανταγωνιστικότητας.
Η εικόνα δεν είναι καλύτερη όταν μιλάμε για χρηματοοικονομικές δεξιότητες. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού, το επίπεδο χρηματοοικονομικής παιδείας στην Ελλάδα δεν ξεπερνά το 45%. Δηλαδή, περισσότεροι από τους μισούς δυσκολεύονται να απαντήσουν σε βασικές ερωτήσεις για τόκους, πληθωρισμό ή διασπορά κινδύνου.Για τους μικρούς επιχειρηματίες, ο χρηματοοικονομικός αναλφαβητισμός μπορεί να έχει άμεσες επιπτώσεις στη λειτουργία της επιχείρησης. Ένας ιδιοκτήτης που δεν κατανοεί βασικές έννοιες (π.χ. επιτόκια δανείων, φορολογικές υποχρεώσεις ή Φ.Π.Α. ) ενδέχεται να λάβει λανθασμένες αποφάσεις ή να παραμελήσει κρίσιμες ενέργειες. Επιπλέον, πολλές μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα δεν καταρτίζουν επίσημο επιχειρηματικό πλάνο ή προϋπολογισμό, λειτουργώντας περισσότερο εμπειρικά ή ακόμη χειρότερα διαισθητικά.
Όταν ένας επιχειρηματίας δηλώνει ότι δεν προλαβαίνει να διαβάσει τα email του, συχνά πίσω από την επίκληση του χρόνου κρύβεται είτε μια δυσκολία κατανόησης της τεχνολογίας , είτε μια συνειδητή επιλογή να αποφύγει ένα μέσο στο οποίο δεν αισθάνεται άνετα. Οι συνέπειες αυτής της στάσης είναι πολλαπλές: από την απώλεια σημαντικών ειδοποιήσεων (π.χ. μια προθεσμία από το Taxisnet ή μια αίτηση πελάτη μέσω διαδικτύου που μένει αναπάντητη) έως την κακή εικόνα εξυπηρέτησης.
Παράλληλα, η σχέση των μικρών επιχειρήσεων με τους λογιστές και το κράτος συχνά αντικατοπτρίζει αυτές τις ελλείψεις δεξιοτήτων. Πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες και μικρές εταιρείες στην Ελλάδα αναθέτουν εξ ολοκλήρου σε εξωτερικούς λογιστές όχι μόνο τη φορολογική τους συμμόρφωση, αλλά και κάθε ψηφιακή συναλλαγή με το δημόσιο. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ο επιχειρηματίας συχνά αντιμετωπίζει τον υπολογιστή και τα email του ως «περιττά», αφού πιστεύει , όχι πάντα λανθασμένα , πως ο λογιστής του θα τον ενημερώσει τηλεφωνικά για οτιδήποτε επείγον. Η πρακτική αυτή όμως φορτώνει όλο το βάρος στα λογιστικά γραφεία και ενέχει κινδύνους: εάν μια ειδοποίηση δεν μεταβιβαστεί εγκαίρως ή αν ο λογιστής δεν καταφέρει να επικοινωνήσει άμεσα, η επιχείρηση μπορεί να βρεθεί εκτεθειμένη (π.χ. να χάσει μια προθεσμία υποβολής δήλωσης ή πληρωμής).
Επίσης, η απροθυμία χρήσης email συχνά συνοδεύεται από γενικότερη δυσκολία στην αξιοποίηση των νέων ψηφιακών εργαλείων διαχείρισης. Προσθέστε σε αυτό την εξάρτηση από εξωτερικούς λογιστές και θα καταλήξετε στον αέναο φαύλο κύκλο: η χαμηλή τεχνολογική ετοιμότητα οδηγεί σε μεγαλύτερη εξάρτηση από τρίτους για βασικές λειτουργίες, κάτι που τελικά μπορεί να αυξήσει το λειτουργικό κόστος και να μειώσει την ανταπόκριση της ίδιας της επιχείρησης. Ένας επιχειρηματίας χωρίς ψηφιακές δεξιότητες θα δυσκολευτεί να αξιοποιήσει εργαλεία όπως το e-banking, το ηλεκτρονικό εμπόριο ή ακόμη και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για μάρκετινγκ , όλα πλέον ζωτικά για την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια. Να το πάμε κι ένα βήμα παρακάτω; Η ανθεκτικότητα αυτή του επιχειρηματία στην αλλαγή, θα αντικατοπτρίζεται συχνά κι σε άλλους τομείς, βλέπε συμμόρφωση με τους νόμους ,άρνηση χρήσης έξυπνων λογισμικών , οικειοποίηση χρηματοοικονομικών εργαλείων. Έτσι, η «έλλειψη χρόνου» να διαβάσει κανείς τα emails του μπορεί να στοιχίσει πολύτιμο χρόνο και χρήμα μακροπρόθεσμα, αν μεταφραστεί σε χαμένες ευκαιρίες συνεργασίας ή ενημέρωσης.
Το πρόβλημα των επιχειρηματιών που δεν διαβάζουν τα email τους δεν είναι, κατά την προσωπική μου γνώμη , θέμα χρόνου. Είναι σύμπτωμα ενός ευρύτερου ελλείμματος δεξιοτήτων, το οποίο η ελληνική κοινωνία και οικονομία καλούνται να αντιμετωπίσουν. Ο τεχνολογικός και χρηματοοικονομικός αναλφαβητισμός κοστίζει: σε χρόνο, σε χρήμα, σε ευκαιρίες. Για τον ίδιο τον μικρό επιχειρηματία, η αλλαγή νοοτροπίας είναι ίσως το πιο κρίσιμο βήμα. Το να θεωρήσει το email, τον υπολογιστή ή τις λογιστικές έννοιες , όχι ως βάρος, αλλά ως εργαλεία που μπορούν να διευκολύνουν την ζωή του, απαιτεί εκπαίδευση και εξοικείωση. Κανείς δεν «γεννήθηκε» γνωρίζοντας πώς να χρησιμοποιεί υπολογιστικά φύλλα ή πώς να ερμηνεύει έναν ισολογισμό , όλα μαθαίνονται. Και όπως εύστοχα αναφέρει ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού, κ. Νικόλαος Φίλιππας, «η επένδυση στη γνώση αυτή έχει πολλαπλασιαστικό όφελος: ένας πολίτης ή επιχειρηματίας που είναι ενημερωμένος και μορφωμένος ψηφιακά και οικονομικά, λαμβάνει καλύτερες αποφάσεις και συμβάλλει σε μια πιο δυναμική οικονομία».
Εν κατακλείδι, το «δεν προλαβαίνω» μπορεί να μετατραπεί σε «διαβάζω, γιατί είναι προτεραιότητα μου». Ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η δια βίου μάθηση δεν είναι πολυτέλειες , αλλά αναγκαιότητες για τη βιωσιμότητα των μικρών επιχειρήσεων , από τα νησιά του Αιγαίου μέχρι το κέντρο της Αθήνας. Οι διαθέσιμοι πόροι (ευρωπαϊκά προγράμματα, σεμινάρια, online μαθήματα) είναι περισσότεροι από ποτέ. Το στοίχημα είναι να αξιοποιηθούν, ώστε κανένας σύγχρονος επαγγελματίας να μην αισθάνεται ότι «χάνεται στη μετάφραση» του ψηφιακού ή χρηματοοικονομικού κόσμου. Κυρίαρχα όμως, είναι η κουλτούρα ότι θέλω να ενημερωθώ, θέλω να αλλάξω και δεν τα περιμένω όλα από τον «λογιστή». Το «έτσι είμαι εγώ κι ούτε μπορώ , ούτε και θέλω να αλλάξω» έκανε διάσημη μόνο την τραγουδίστρια Ηρώ. Διότι εν τέλει, ο χρόνος που θα επενδυθεί σήμερα στην απόκτηση δεξιοτήτων, αύριο θα επιστραφεί πολλαπλάσιος σε αποτελεσματικότητα, ανάπτυξη και προσωπική αυτοπεποίθηση. Να μου επιτρέψετε ένα προσωπικό σχόλιο ,η μέρα έχει 24 ώρες για όλους μας ,όλα είναι θέμα προτεραιοτήτων. Δεν μπορείς να καυχιέσαι ότι κάνεις cryptomining στο Καζακστάν , να αφιερώνεις χρόνο γιαstory στο instagram , αλλά να μην αφιερώνεις 5 λεπτά την ημέρα στο να διαβάζεις τα email σου , ειδικά αυτά που σου στέλνει ο λογιστής σου.
Υ.Γ.
Θέλω να ευχαριστήσω δημόσια τους συνεργάτες μου , που προσπαθούν καθημερινά να δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό και αποτέλεσαν την αφορμή να γράψω το συγκεκριμένο άρθρο.
*Πηγές: ΕΛΣΤΑΤ, Eurostat, ΟΟΣΑ, Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού, Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Οικονομικός Ταχυδρόμος.
*Για την σύνταξη και διόρθωση του παρόντος, έγινε χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης.
*Ο Βασίλης Βογιατζής MSc , είναι Λογιστής – Φοροτεχνικός Α’ Τάξης , ιδρυτής της Λογιστικής εταιρείας VoyiatzisGroup , με έδρα την Κω.